ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ: Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΟΥ ΑΡΙΣΤΟΥΡΓΗΜΑΤΟΣ






Η Αγία Σοφία ή Αγια-Σοφιά (λατινικά: Sancta Sophia ή Sancta Sapientia), επισήμως αποκαλούμενη πια ως Μέγα Τζαμί της Αγίας Σοφίας (τουρκικά: Ayasofya-i Kebir Camii Şerifi), γνωστή και ως Ναός της Αγίας του Θεού Σοφίας ή απλά, η Μεγάλη Εκκλησία, είναι χριστιανικός ναός, ο οποίος στη συνέχεια μετετράπη σε ισλαμικό τέμενος, αργότερα σε μουσείο και τώρα πάλι σε τζαμί.

Βρίσκεται στην Κωνσταντινούπολη. Από το 537 (ο ομώνυμος ναός του 360 που είχε ανεγερθεί στο ίδιο σημείο, απαλλοτριώθηκε προς θεμελίωση του υπάρχοντος) μέχρι το 1453 λειτουργούσε ως βυζαντινός χριστιανικός καθεδρικός ναός της πόλης, με εξαίρεση την περίοδο 1204–1261, κατά την οποία ήταν ρωμαιοκαθολικός ναός. Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης μετετράπη σε ισλαμικό τέμενος, ενώ το 1934 σε μουσειακό χώρο (Ayasofya Müzesi).

 Στις 10 Ιουλίου 2020, ανακοινώθηκε η δεύτερη ιστορικά μετατροπή του σε ισλαμικό τέμενος, από τον πρόεδρο της Τουρκίας. Στο σημείο όπου ανεγέρθηκε η Αγία Σοφία υπήρχε ομώνυμος ναός  κτισμένος επί Κωνσταντίνου Α΄ και Κωνσταντίνου Β΄, ο οποίος, όμως, κάηκε κατά τη Στάση του Νίκα (532 μ.Χ.). Ανήκει στις κορυφαίες δημιουργίες της βυζαντινής ναοδομίας, όντας πρωτοποριακού σχεδιασμού και αρχιτεκτονικής συνθέσεως, και υπήρξε σύμβολο της πόλης, τόσο κατά τη βυζαντινή όσο και κατά την οθωμανική περίοδο όσο και σήμερα.

 Το παρόν κτήριο ξεκίνησε να ανεγείρεται το 532 και εγκαινιάσθηκε στις 27 Δεκεμβρίου του 537 , επί βασιλείας του Ιουστινιανού Α΄, από τους Μικρασιάτες μηχανικούς Ανθέμιο από τις Τράλλεις (σημ. Αϊδίνιο) και Ισίδωρο από τη Μίλητο. Στο ίδιο σημείο, επί του πρώτου λόφου της Κωνσταντινούπολης και σε μικρή απόσταση από το Μέγα Παλάτιον και τον Ιππόδρομο της πόλης, είχαν χτιστεί παλαιότερα δύο ακόμα ναοί που καταστράφηκαν, επίσης, από πυρκαγιά. 

 Το οικοδόμημα ακολουθεί τον αρχιτεκτονικό ρυθμό της τρουλαίας βασιλικής και συνδυάζει στοιχεία της πρώιμης βυζαντινής ναοδομίας, σε πολύ μεγάλη κλίμακα. Αρχιτεκτονικές επιρροές της Αγίας Σοφίας εντοπίζονται σε αρκετούς μεταγενέστερους ορθόδοξους ναούς αλλά και σε οθωμανικά τζαμιά, όπως στο τέμενος του Σουλεϊμάν και στο Σουλταναχμέτ τζαμί.  Εκτός από τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό της, η Αγία Σοφία ξεχωρίζει επίσης για τον πλούσιο εσωτερικό διάκοσμό της, που ωστόσο υπέστη σοβαρές καταστροφές κυρίως από τους Τούρκους κατακτητές κατά τη διάρκεια της Οθωμανικής κυριαρχίας.





Μετά τα εγκαίνια της Κωνσταντινούπολης στις 11 Μαΐου 330 μ.Χ., η ανέγερση ενός ναού αφιερωμένου στην Σοφία του Θεού υπήρξε τμήμα ενός ευρύτερου προγράμματος οικοδόμησης γύρω από το Μέγα Παλάτι. Η πρώτη Αγία Σοφία εγκαινιάστηκε το 360 επί της αυτοκρατορίας του Κωνσταντίου Β΄ και μαζί με το ναό της Αγίας Ειρήνης αποτελούσε τον κύριο καθεδρικό ναό της πρωτεύουσας και έδρα του Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης. Εικάζεται ότι επρόκειτο για ξυλόστεγη βασιλική, τρίκλιτη ή πεντάκλιτη. Καταστράφηκε από πυρκαγιά το 404 και χτίστηκε εξαρχής τα επόμενα χρόνια. 

Ο νέος ναός εγκαινιάστηκε το 415 επί βασιλείας του Θεοδοσίου Β΄ και καταστράφηκε από τους οπαδούς του πατριάρχη επειδή ο Θεοδόσιος είχε μια διαμάχη με τον Πατριάρχη. Αν και λίγα συμπεράσματα μπορούν να εξαχθούν ως προς την αρχιτεκτονική αξία του οικοδομήματος, οι ιστορικές πηγές μαρτυρούν πως στο εσωτερικό του φυλάσσονταν ιερά κειμήλια μεγάλης αξίας, από χρυσό ή ασήμι. 

Σύμφωνα με τις πλέον πρόσφατες προσπάθειες αναπαράστασης του ναού, υποθέτουμε πως είχε εύρος 52 μ. αποτελούμενος από ένα κεντρικό κλίτος και τέσσερις διακριτούς διαδρόμους . Υπέστη μεγάλη φθορά κατά τη Στάση του Νίκα το 532.
Το κτίσιμο του ναού που διατηρείται έως σήμερα δρομολογήθηκε από τον αυτοκράτορα Ιουστινιανό Α'. Ως αρχιτέκτονες του ναού ορίστηκαν οι γεωμέτρες Ανθέμιος από τις Τράλλεις και Ισίδωρος από τη Μίλητο. Η κατασκευή του ολοκληρώθηκε σε μικρό χρονικό διάστημα και τα εγκαίνιά του τελέστηκαν στις 27 Δεκεμβρίου του 537. Τότε, σύμφωνα με το θρύλο, ο Ιουστινιανός αναφώνησε «Δόξα τω Θεώ τω καταξιώσαντί με τοιούτον έργον επιτελέσαι. Νενίκηκά σε, Σολομών!»,[8] θέλοντας έτσι να εκφράσει το θαυμασμό του για το μνημείο το οποίο ήταν πιο θαυμαστό από τον Ναό του Σολομώντα στα Ιεροσόλυμα. 




Τριακόσια και πλέον εκατομμύρια χρυσών δραχμών, κατ΄ αντιστοιχία, είχαν δαπανηθεί για την ανέγερση αυτού του Ναού. Τα "θυρανοίξια" της Αγιάς Σοφιάς ακολούθησαν διανομές χιλιάδων ελαφιών, βοών, προβάτων και ορνίθων και χιλιάδων μοδίων σίτου στους φτωχούς καθώς και πολυήμερη πανήγυρη. Στο προαύλιο του ναού λέγεται πως υπήρχε κρήνη, στην οποία ανεγράφετο η καρκινική φράση «ΝΙΨΟΝΑΝΟΜΗΜΑΤΑΜΗΜΟΝΑΝΟΨΙΝ» (νίψον ανομήματα μη μόναν όψιν, δηλ. ξέπλυνε τις αμαρτίες σου και όχι μόνο το πρόσωπό σου). Η φράση αυτή, αν αναγνωσθεί ανάποδα (από δεξιά προς τα αριστερά) αποδίδει τις ίδιες λέξεις και επομένως και το αυτό νόημα. Την εποχή του Ιουστινιανού, η Αγία Σοφία είχε χίλιους κληρικούς.Είκοσι χρόνια μετά τα πρώτα εγκαίνια, εξαιτίας των σεισμών του 557, ο τολμηρότατος στη σύλληψη και κατασκευή, για την εποχή του, θόλος κατέπεσε και συνέτριψε την αψίδα παρά τον ιερό άμβωνα, τον ίδιο τον άμβωνα, το κιβώριο και την Αγία Τράπεζα. 

O ανιψιός του Ισιδώρου, ο Ισίδωρος ο νεότερος, ανέλαβε και έκτισε το νέο θόλο που υφίσταται μέχρι σήμερα. Μια περιγραφή του παραδίδεται από τον ιστορικό Αγαθία, από την οποία συμπεραίνεται πως ο αρχικός τρούλος ήταν μάλλον ευρύτερος και χαμηλότερος από το δεύτερο. Στις 24 Δεκεμβρίου του 563 υπό τον Πατριάρχη Ευτύχιο τελέστηκαν τα δεύτερα εγκαίνια παρουσία του Αυτοκράτορα και του λαού της Κωνσταντινούπολης. 




 Ο ναός αποτέλεσε σε όλη τη διάρκεια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας την έδρα του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως και υπήρξε ο σημαντικότερος ναός της Ορθόδοξης εκκλησίας.Κατά την περίοδο των Σταυροφοριών και συγκεκριμένα την περίοδο 1204-1261, ο ναός έγινε Ρωμαιοκαθολικός και μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453 μετατράπηκε σε μουσουλμανικό τέμενος. 

Αυτές τις περιόδους η Αγία Σοφία υπέστη τεράστιες ζημιές, ιδιαίτερα κατά την διάρκεια της άλωσης από τους Φράγκους. Επιπλέον, κατά την περίοδο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας πραγματοποιήθηκαν στο ναό σημαντικές καταστροφές, καθώς ασβεστώθηκαν οι τοιχογραφίες εξαιτίας της ισλαμικής θεώρησης της απεικόνισης του ανθρώπινου σώματος ως βλασφημίας. Ο ναός με την σπουδαία αρχιτεκτονική του αποτέλεσε πρότυπο για την κατασκευή διαφόρων τεμενών, ανάμεσα στα οποία βρισκόταν και το Μπλε Τζαμί. Δημοκρατία της Τουρκίας Μετατροπή σε Μουσείο To 1934, o Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ στα πλαίσια του εκσυγχρονισμού της Τουρκίας μετέτρεψε το ισλαμικό τέμενος σε μουσείο. Μέχρι τον Ιούλιο του 2020 συνέχισε να λειτουργεί ως μουσείο, ενώ λάμβαναν χώρα και πολιτιστικές εκδηλώσεις. Μάλιστα, πραγματοποιούνταν και εκδηλώσεις για τις οποίες θεωρήθηκε από ορισμένους ότι δεν αρμόζουν στο χώρο, όπως επιδείξεις μόδας. 




Οι προσπάθειες της UNESCO για τη διάσωση των ψηφιδωτών του ναού, συνεχίζονται μέχρι σήμερα. Επαναλειτουργία ως ισλαμικό τέμενος Στις 10 Ιουλίου 2020, το Συμβούλιο της Επικρατείας της Τουρκίας αποφάσισε υπέρ της δυνατότητας μετατροπής σε τέμενος. Αμέσως μετά ο πρόεδρος της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν υπέγραψε τη σχετική απόφαση. Σε διάγγελμά του ο Τούρκος πρόεδρος προανήγγειλε ότι η πρώτη μουσουλμανική προσευχή θα πραγματοποιηθεί στις 24 Ιουλίου.  Κατά της μετατροπής είχαν ταχθεί πολιτικές και θρησκευτικές αρχές στις ΗΠΑ, την Ευρωπαϊκή Ένωση και τη Ρωσία, αλλά και η UNESCO, η οποία συγκαταλέγει το μνημείο από το 1985 στον Κατάλογο Μνημείων Παγκόσμιας Κληρονομιάς. Μάλιστα, η τελευταία ανακοίνωσε ότι στην επόμενη συνεδρίασή της θα επανεξεταστεί ο χαρακτήρας του μνημείου.

Την έντονη αντίθεση και ανησυχία τους για την μετατροπή, τόσο πριν όσο και μετά την ανακοίνωσή της, εξέφρασαν ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος και ο Πατριάρχης Μόσχας Κύριλλος.




 Στις 24 Ιουλίου 2020, έγινε η πρώτη προσευχή των μουσουλμάνων παρουσία του Τούρκου προέδρου. Το συγκεντρωθέν πλήθος έξω από το ιστορικό μνημείο πανηγύριζε φωνάζοντας συνθήματα υπέρ της μετατροπής του σε τζαμί. Τα ιστορικά αριστουργήματα, οι ψηφιδωτές 
αγιογραφίες, που κοσμούν το μνημείο καλύφθηκαν από λευκές κουρτίνες από καραβόπανο.


 Ο ναός είναι κτισμένος σε αρχιτεκτονικό ρυθμό βασιλικής με τρούλο. Ο κυρίως χώρος του κτίσματος έχει σχήμα περίπου κύβου. Τέσσερις τεράστιοι πεσσοί, (κτιστοί τετράγωνοι στύλοι), που απέχουν μεταξύ τους ο ένας από τον άλλο 30 μ., στηρίζουν τα τέσσερα μεγάλα τόξα πάνω στα οποία εδράζεται ο τρούλος, με διάμετρο 31 μέτρων. Ο τρούλος δίνει την εντύπωση ότι αιωρείται εξαιτίας των παραθύρων που βρίσκονται γύρω στη βάση του (ο σύγχρονος ιστορικός Προκόπιος λέει: ...δίνει την εντύπωση ότι είναι ένα κομμάτι ουρανού που κρέμεται στη γη...). Γενικά ο ναός είναι ορθογώνιο οικοδόμημα μήκους 78,16 μ. και πλάτους 71,82 μ. κτισμένο στη ΝΔ. πλευρά του πρώτου λόφου της Πόλης με κατεύθυνση ΝΑ. Περιβάλλεται από δύο αυλές την βόρεια και την δυτική καλούμενη και αίθριο. Συνορεύει Ν με τα Πατριαρχικά κτίρια τα οποία συνδέονταν με το Αυγουσταίο, τη μεγάλη δηλαδή πλατεία που βρίσκοταν το λαμπρό από πορφυρό μάρμαρο άγαλμα της Αυγούστας Ελένης.Στο κτίσιμο της Αγιά Σόφιας εργάστηκαν περίπου 600 ατομα Εσωτερικά ο Ναός διαιρείται από δύο κιονοστοιχίες εξαρτώμενες από τους πεσσούς σε τρία κλίτη. Ο όλος Ναός αποτελείται από τα εξής μέρη:

Αίθριο 

Υπαίθρια μαρμαρόστρωτη και περίστυλη αυλή στο μέσον της οποίας ήταν η "κομψή φιάλη" η μαρμάρινη κρήνη που έφερε την ονομαστή καρκινική επιγραφή «ΝΙΨΟΝ ΑΝΟΜΗΜΑΤΑ ΜΗ ΜΟΝΑΝ ΟΨΙΝ» (δηλ. πλύνε τις αμαρτίες, όχι μόνο το πρόσωπo). Στο αίθριο επίσης φέρονται κάποια ίχνη οικοδομήματος. 

 Έξω και κυρίως νάρθηκας 

Πέντε πύλες από το αίθριο οδηγούν στον έξω νάρθηκα και από αυτόν άλλες πέντε πύλες οδηγούν στον εσωτερικό νάρθηκα, από τις οποίες η μεσαία πύλη λέγεται και Μεγάλη ή Ωραία Πύλη. Από τον έσω νάρθηκα εννέα πύλες, τρεις ανά κλίτος οδηγούν στον κυρίως Ναό. Οι τρεις μεσαίες εξ αυτών καλούνται Βασιλικές πύλες επειδή εξ αυτών εισήρχετο ο Αυτοκράτορας στις επίσημες τελετές. Και οι δύο νάρθηκες καταλάμβάνουν περίπου το ίδιο πλάτος του Ναού με μικρό μήκος εισόδου ο καθένας. Εκατέρωθεν του νάρθηκα διασώζονται προσαρτήματα μεγάλης ιστορικής σημασίας. Το προς Ν. εκαλείτο Προπύλαιο του Νάρθηκα ή Ωραία Πύλη που από τον 10ο αιώνα ήταν η κύρια είσοδος στον Ναό. Δεξιά αυτού του προπυλαίου ήταν το αποδυτήριον (μητατώριον) όπου ο Αυτοκράτορας κατά την είσοδό του άλλαζε το τζιτζάκιο και φορούσε το σαγίο. Πάνω από τον έσω νάρθηκα είναι ο γυναικωνίτης, εξ ου και το όνομα "νάρθηξ γυναικωνίτιδος" η είσοδος στον οποίο οδηγούσε άλλο προαύλιο της Β. πλευράς (στο σχέδιο κάτω πλευράς).

 Κύριος Ναός 


Η είσοδος στον κυρίως Ναό, όπως προαναφέρθηκε, ήταν οι τρεις Βασιλικές πύλες και οι έξι, ανά τρεις εκατέρωθεν, του έσω νάρθηκα. Ο κυρίως Ναός χωρίζεται σε τρία κλίτη (στοές θα λέγαμε σήμερα), των οποίων το μεσαίο είναι διπλάσιου πλάτους των εκατέρωθεν. Το εσωτερικό σχέδιο είναι απλούν. Τέσσερις πεσσοί, κτιστοί στύλοι, συνδέονται μεταξύ τους με υπερώα τόξα στα οποία και φέρονται επιθόλια τόξα συναποτελώντας έτσι μια περιμετρική βάση επί της οποίας και εδράζει ο τεράστιος θόλος. Η περιμετρική βάση φέρει πλήθος στυλιδίων υπό μορφή παραθύρων από τα οποία και ολόκληρος ο Ναός καταυγάζεται από το φως. Η όλη κατασκευή παρουσιάζει πράγματι την εντύπωση μια αρμονίας φωτός και αρχιτεκτονικής. Τα 100 αυτά παράθυρα, 40 επί της στεφάνης του θόλου και τα υπόλοιπα στα ημιθόλια,τις κόγχες και τους τοίχους προσδίδουν την εικόνα της ανακρέμασης του θόλου από τον ουρανό, οι δε ακτίνες του Ήλιου που εισέρχονται στο χώρο δίνουν την εντύπωση να άγονται από τους ουρανούς. Γενικά τα τόξα, τα ημιθόλια και ο εκπληκτικός θόλος στηρίζονται στους τέσσερις πεσσούς οι λίθοι των οποίων φέρονται στερεομένοι με χυτό μόλυβδο και σιδερένιους μοχλούς. Στη δε κατασκευή του θόλου έχουν χρησιμοποιηθεί ελαφρόπετρες από τη Ρόδο που φέρουν την επιγραφή "Μεγάλης Εκκλησσίας του Κωνσταντίνου". Εξωτερικά και επί της κορυφής του θόλου φέροταν ο μέγας "ερυσίπτολις σταυρός" (=έρεισμα της πόλης), που έχει αντικατασταθεί με την ημισέληνο. Μετά τη μετατροπή του ναού σε μουσουλμανικό τέμενος προστέθηκαν τέσσερις μιναρέδες.




Αλλα στοιχεία για την Αγία Σοφία

Χριστιανικός Καθεδρικός Ναός (537-1054) 
Ορθόδοξος Χριστιανικός Καθεδρικός Ναός (1054–1204) 
Ρωμαιοκαθολικός Χριστιανικός Καθεδρικός Ναός (1204–1261) 
Ορθόδοξος Χριστιανικός Καθεδρικός Ναός (1261–1453) 
Ισλαμικό Τέμενος (1453–1930) 
Μουσείο (1935–2020)
 Ισλαμικό Τέμενος (24/7/2020 – σήμερα) 
Υλικό Λαξευτοί λίθοι, τούβλα 
Μήκος 76μ. 
Πλάτος 71 μ.
 Ύψος 55 μ. 
Έναρξη εργασιών 532
 Πέρας εργασιών 537


(πληροφορίες: βίντεο από την εκπομπή της ΕΡΤ, Η Μηχανή Του Χρόνου και κείμενο από Wikipedia)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Facebook Twitter YouTube