ΑΛΙΚΗ ΒΟΥΓΙΟΥΚΛΑΚΗ: 24 ΧΡΟΝΙΑ ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ ΤΗΣ ΠΑΡΑΜΕΝΕΙ ΤΟ ΠΙΟ ΛΑΜΠΡΟ ΑΣΤΕΡΙ





ι όμως πέρασαν 24 χρόνια από εκείνο το καλοκαίρι του '96 που όλοι οι Έλληνες παρακολουθούσαν σε ζωντανή σύνδεση την κηδεία της Αλίκης από την τηλεόραση με τα τραγούδια «Θάλασσα Πλατιά» & «Μες σ'αυτή τη βάρκα» (του Μάνου Χατζιδάκι από τη «Μανταλένα») ν' ακούγονται και να «βαραίνουν» κι' άλλο την ατμόσφαιρα.




Το κέντρο της Αθήνας είχε κλείσει από τον κόσμο που είχε μαζευτεί για να την ακολουθήσει για τελευταία φορά. 

Όσοι δεν το έζησαν ή δεν το είδαν από τις τηλεοράσεις δεν μπορούν να καταλάβουν το μέγεθος του πλήθους που τίμησε το είδωλο του εκείνη την Τρίτη του Ιούλη του 1996.

Τη Βουγιουκλάκη οι περισσότεροι την αγαπούσαν και όσοι έβγαζαν χολή κάθε φορά που μιλούσαν για εκείνη, μάλλον κατά βάθος ήθελαν να της μοιάσουν και να γευτούν το πως είναι να είσαι τόσες δεκαετίες στην κορυφή και στην καρδιά του κόσμου.

Αυτό που την έκανε ξεχωριστή ήταν η ζωντάνια, το χαμόγελο, η λάμψη, η σπίθα στο βλέμμα, το ταλέντο της, το οποίο αμφισβητήθηκε αλλά τα τόσα πολλά χρόνια και οι τεράστιες επιτυχίες την έκαναν την κορυφαία του είδους της. Η Αλίκη ειδκά στη''Φιλουμένα'', στη ''Σίρλεϋ Βαλεντάιν'' και στο φίλμ ''Το ταξίδι'' απέδειξε το πόσο καλή ηθοποιός ήταν.

Σίγουρα υπήρξαν ηθοποιοί καλύτεροι από αυτήν, όμως αυτό το ''κάτι'' που την έκανε αστέρι και τον μαγνητισμό της δεν τον είχε κανένα άλλο πρόσωπο σε τέτοιο βαθμό.



Ήταν (και είναι ακόμα και σήμερα) ένα φαινόμενο για τα Παγκόσμια ή Ευρωπαϊκά θεατρικά χρονικά γιατί για πάνω από 40 χρόνια έμεινε στην πρώτη γραμμή του ενδιαφέροντος για τα επαγγελματικά και φυσικά για τα προσωπικά της.

Δεν σταμάτησε να δουλεύει για την τέχνη της και άντεξε στην κορυφή χωρίς καμία φθορά και χωρίς να χάσει έστω και λίγο από την λάμψη της!

 Η μεγαλύτερη σταρ της Ελλάδας, που αποτέλεσε σύμβολο αθωότητας, παιδικότητας και νιότης λατρεύτηκε όσο λίγες από τον κόσμο, αφού κατάφερε να φέρει αισιοδοξία σε μια χώρα, που μετρούσε πληγές, κατάφερε να βάλει το κοινό στο θέατρο, τον κινηματογράφο και να χαρίσει ελπίδα. 

Η γυναίκα με τα χρυσόξανθα μαλλιά και τον ιβίσκο στο αυτί, αν ζούσε σήμερα θα γινόταν 84 ετών.

Η Αλίκη-Σταματίνα Βουγιουκλάκη όπως ήταν ολόκληρο το όνομά της, γεννήθηκε στο Μαρούσι Αττικής στις 20 Ιουλίου του 1934. Ο πατέρας της, Ιωάννης Βουγιουκλάκης ήταν δικηγόρος, που για ένα διάστημα, μάλιστα είχε κάνει και χρέη νομάρχη στην Αρκαδία και η μητέρα της, Αιμιλία Κουμουνδούρου, ήταν γόνος της μεγάλης πολιτικής οικογένειας των Κουμουνδούρων. 

Η οικογένειά της κατάγεται από το χωριό Λάγια της Μάνης. Κατά τη διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής ο πατέρας της δολοφονήθηκε και η μητέρα της ανέλαβε μόνη της να μεγαλώσει τα τρία παιδιά, την Αλίκη, τον Αντώνη και τον Τάκη. 


Το μικρόβιο της υποκριτικής είχε μπει μέσα της από τα μαθητικά της χρόνια. Το 1952 έδωσε κρυφά από την οικογένειά της εξετάσεις στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου  από την οποία αποφοίτησε τρία χρόνια μετά με «Λίαν Καλώς».


Προτού ακόμη αποφοιτήσει από τη Σχολή ξεκίνησε τη σταδιοδρομία της από το θέατρο. Ο πρώτος της θεατρικός ρόλος ήταν στο έργο «Κατά Φαντασίαν Ασθενής» του  Μολιέρου το 1953 και η πρώτη της κινηματογραφική εμφάνιση έγινε στην ταινία «Το Ποντικάκι» του Νίκου Τσιφόρου το 1954.

Σύντομα καθιερώθηκε στο χώρο και λόγω της εξαιρετικής δημοτικότητας που απέκτησε στο ευρύ κοινό, ονομάστηκε από την μεγάλη κυρία της δημοσιογραφίας Ελένη Βλάχου μέσα από την στήλη της στην «Καθημερινή»,  «Εθνική Σταρ»  της Ελλάδας.

Το 1960, κέρδισε το βραβείο ερμηνείας Α' Γυναικείου ρόλου στο 1ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης για την ερμηνεία της στην ταινία «Μανταλένα» της Φίνος Φιλμ σε σκηνοθεσία Ντίνου Δημόπουλου, ενώ η ίδια ταινία εκπροσώπησε την Ελλάδα στο διεθνές κινηματογραφικό Φεστιβάλ των Καννών, όπου άφησε πάρα πολύ καλές εντυπώσεις. Πρωταγωνίστησε σε μια μακρά σειρά κινηματογραφικών εμπορικών επιτυχιών, μεταξύ των οποίων: «Η μουσίτσα» (1958), «Το ξύλο βγήκε από τον παράδεισο» (1959), «Η Αλίκη στο ναυτικό» (1961), «Χτυποκάρδια στο θρανίο» (1963),  «Η σωφερίνα» (1964), «Μοντέρνα Σταχτοπούτα» (1965),  «Η κόρη μου η σοσιαλίστρια» (1966),  «Η αρχόντισσα και ο αλήτης» (1968),  «Η νεράιδα και το παλικάρι» (1969).  Οι ρόλοι της, κατά κανόνα της χαριτωμένης σκανδαλιάρας κοπέλας, είχαν μεγάλη απήχηση στο κοινό και εξασφάλισαν στην ηθοποιό σπάνια φήμη ενώ η ταινία «Υπολοχαγός Νατάσσα» (1970) της Φίνος Φιλμ σε σκηνοθεσία Νίκου Φώσκολου,  ήταν η μεγαλύτερη εισπρακτική επιτυχία στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου για τρεις δεκαετίες,  με 751.117 εισιτήρια σε πρώτη προβολή. 




Στο θέατρο, το 1961 συγκρότησε τον δικό της θίασο, ανεβάζοντας τα έργα «Καίσαρ και Κλεοπάτρα»,  «Χτυποκάρδια στο θρανίο»  κ.ά. Το 1962 εμφανίστηκε εκτάκτως στην θρυλική παράσταση «Οδός Ονείρων» του Μάνου Χατζιδάκι στο νούμερο «Όνειρο της Οθόνης», μαζί με την Ρένα Βλαχοπούλου, και τραγουδούσε τις μεγάλες κινηματογραφικές επιτυχίες που της είχε γράψει ο αξέχαστος μουσικοσυνθέτης. 


Η σημαντική εμπορική κάμψη που σημείωσε από τις αρχές της δεκαετίας του 1970 ο ελληνικός κινηματογράφος ώθησε τη Βουγιουκλάκη να ασχοληθεί σχεδόν αποκλειστικά με το θέατρο. Το 1975 αλλάζει τον μέχρι τότε τρόπο ανεβάσματος των μιούζικαλ, φέρνοντας στην Ελλάδα τα μιούζικαλ-υπερπαραγωγή, με το έργο του Νιλ Σάιμον «Καμπίρια». Ανέβασε επίσης με μεγάλη επιτυχία και άλλα έργα του είδους, όπως το «Καμπαρέ», «Ωραία μου κυρία», «Τζούλια»  και «Εβίτα». 


Ιδιαίτερα σημαντικές στιγμές στην καριέρα της, αν και όχι τόσο επιτυχημένες καλλιτεχνικά, αλλά έσπασαν κυριολεκτικά ταμεία, ήταν η παρουσία της στην Επίδαυρο το 1986 με την «Λυσιστράτη» του Αριστοφάνη (θίασος Προσκήνιο, σε σκηνοθεσία Αλέξη Σολωμού) και το 1990 με την «Αντιγόνη» του Σοφοκλή (μετάφραση-σκηνοθεσία Μίνου  Βολανάκη). Παραγωγική υπήρξε και στην ελληνική δισκογραφία, καθώς στο ενεργητικό της καταγράφονται περισσότεροι από 50 δίσκοι, με κινηματογραφικά και θεατρικά τραγούδια.

Τα μουσικά κομμάτια της ταινίας «Το ξύλο βγήκε από τον παράδεισο» (1959) του Αλέκου Σακελλάριου γνώρισαν μεγάλη επιτυχία! Σ’ αυτήν την ταινία η Αλίκη τραγουδά Μάνο Χατζιδάκι. Τα τραγούδια, πασίγνωστα σε όλους: «Το γκρίζο γατί», «Έχω ένα μυστικό» (Μ. Χατζιδάκι - Αλ. Σακελλάριου).

Όλη η Ελλάδα έτρεχε να δει την ταινία και ν΄ακούσει  τα τραγούδια αυτά. Απόλυτα φυσικό ήταν να κυκλοφορήσουν τα τραγούδια σε δίσκο. 

Οι πωλήσεις πέρασαν κάθε προηγούμενο! 
Οι 75.000 δίσκοι που πουλήθηκαν  έδωσαν στην Αλίκη τον πρώτο «χρυσό δίσκο» που δόθηκε στην Ελλάδα, τιμητικά για τον μεγάλο αριθμό πωλήσεων. 



Έγραψε επίσης και παιδικά βιβλία από τις εκδόσεις «Ελευθερουδάκη», ενώ συμμετείχε σε ηχογραφήσεις θεατρικών έργων για το ραδιόφωνο. Σε ρόλο δημοσιογράφου στον ραδιοφωνικό σταθμό ΑΝΤ1 97,5 στα πρώτα χρόνια λειτουργίας του, πήρε συνεντεύξεις από τον Μάνο Χατζιδάκι ή την Άννα Συνοδινού, καθώς και στον τηλεοπτικό σταθμό ΑΝΤ1 Θεσσαλονίκης παρουσίασε το 1992 εκπομπή με τίτλο «Η Αλίκη στην Θεσσαλονίκη των θαυμάτων»  όπου φιλοξενούσε δημοφιλείς  ανθρώπους σαν την Ζωή Λάσκαρη, τον Γιώργο Κούδα ή τον Νίκο Παπανικολάου. Η Αλίκη έγινε ακόμη κούκλα, πάστα, έκανε επίσης διαφημίσεις στην τηλεόραση και τα περιοδικά.



Με την τηλεόραση δεν είχε και τις καλύτερες σχέσεις. Εμφανίστηκε σε ελάχιστες σειρές όπως: «Βασίλισσα Αμαλία» (ΕΙΡΤ, 1975), «Η θεατρίνα»  (ΕΡΤ, 1977), «Καμπαρέ» (60λεπτο show με τις καλύτερες μουσικοχορευτικές σκηνές της ομώνυμης θεατρικής παράστασης, ΕΡΤ, 1978), «Και εύθυμη και χήρα» (ΑΝΤ1, 1991), όμως έκανε αρκετές εμφανίσεις σε εορταστικές εκπομπές και έδωσε πολλές συνεντεύξεις που έφεραν υψηλά ποσοστά τηλεθέασης,  όπως για παράδειγμα η αποκαλυπτική συνέντευξή της στο «Ενώπιος ενωπίω» με τον Νίκο Χατζηνικολάου στο MEGA στις 5/1/1993, όπου η ακροαματικότητα άγγιξε το 78,7% ! 

Στις 18 Ιανουαρίου 1965 παντρεύτηκε με τον Δημήτρη Παπαμιχαήλ, συμφοιτητή της στη Δραματική Σχολή και στις 4 Ιουνίου 1969 γεννήθηκε ο γιος τους, Γιάννης. 

Δείτε ακόμη: Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΗΣ ΑΛΙΚΗΣ ΒΟΥΓΙΟΥΚΛΑΚΗ ΣΤΟΝ ΦΡΕΝΤΥ ΓΕΡΜΑΝΟ ΛΙΓΕΣ ΩΡΕΣ ΜΕΤΑ ΤΗ ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΓΙΟΥ ΤΗΣ

Στις 5 Ιουλίου 1975, οι δύο ηθοποιοί πήραν διαζύγιο (επισήμως λόγω ασυμφωνίας συμβιώσεως). Μαζί πρωταγωνίστησαν σε πολλά κινηματογραφικά και θεατρικά έργα, από τα πιο εμπορικά και πετυχημένα στην ιστορία του ελληνικού θεάματος. 

 Έκανε ένα δεύτερο γάμο το 1980 με τον Κύπριο επιχειρηματία Γιώργο Ηλιάδη, ο οποίος έμεινε μυστικός για πολλά χρόνια μετά τη λήξη του, ενώ από την ζωή της πέρασαν και άλλοι διάσημοι άντρες  όπως ο Αλέξης Σολωμός, ο Μάριος Πλωρίτης, ο Νάσος Μπότσης, ο Νίκος Μομφεράτος, ο Βλάσσης Μπονάτσος,  πολυσυζητημένο δε το ειδύλλιό της με  τον τότε διάδοχο του θρόνου Κωνσταντίνο που διακόπηκε από την μητέρα του Φρειδερίκη, ενώ τελευταίος σύντροφος της ζωής της ήταν ο κατά πολύ νεότερός της, ηθοποιός Κώστας Σπυρόπουλος. 



Τον Απρίλιο του 1996, την περίοδο δηλαδή που δίνονταν στη Θεσσαλονίκη οι παραστάσεις του τελευταίου θεατρικού της έργου «Η μελωδία της ευτυχίας» στο θέατρο Αθήναιον, είχε έντονους πόνους στο στομάχι, τους οποίους πίστευε ότι προκαλούσαν τα πολλά αντιβιοτικά που πήρε εξαιτίας μιας βρογχίτιδας που την ταλαιπωρούσε εκείνο το διάστημα. Αφού έκανε εξετάσεις σε ένα ιατρικό διαγνωστικό κέντρο της Express Service στη Θεσσαλονίκη, διεγνώσθη κακοήθης όγκος στο ήπαρ. Μη έχοντας συνειδητοποιήσει τη σοβαρότητα της κατάστασης, συνέχισε για μια ακόμη εβδομάδα τις παραστάσεις στη Θεσσαλονίκη, τις οποίες τελικά διέκοψε στις 28 Απριλίου του 1996, οπότε δόθηκε και η τελευταία παράσταση του έργου σε κλίμα συγκίνησης. Στην Αθήνα μια ομάδα τριών καθηγητών ιατρών διαπίστωσε την ύπαρξη καρκίνου καλπάζουσας μορφής και στο πάγκρεας, πέραν του όγκου στο ήπαρ.

 Τα περιθώρια πλέον είχαν στενέψει. Τον Μάιο του 1996 πραγματοποίησε ταξίδια  στο εξωτερικό για επιπλέον εξετάσεις σε μια ύστατη προσπάθεια να αντιμετωπίσει το σοβαρό πρόβλημα της υγείας της. Μετά από την οριστική της επιστροφή στην Αθήνα, εισήχθη στο Ιατρικό Κέντρο Αθηνών στις 21 Μαΐου του 1996, (με το ψευδώνυμο «Λίζα Παπασταύρου» από τον ρόλο της στην μεγάλη κινηματογραφική της επιτυχία «Το ξύλο βγήκε από τον παράδεισο»), όπου  και  συνέχισε  την θεραπεία της. 



Έπειτα από δύο μήνες νοσηλείας και μόλις τρεις μέρες μετά τα γενέθλιά της, η Αλίκη Βουγιουκλάκη «έφυγε» από κοντά μας την  Τρίτη 23 Ιουλίου του 1996. Ο θάνατός της σκόρπισε θλίψη στο πανελλήνιο. Πήρε διαστάσεις εθνικού πένθους. Αμέτρητα αφιερώματα από τους τηλεοπτικούς σταθμούς για την ζωή και την καριέρα της, που ξεπέρασαν σε τηλεθέαση ακόμη και τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Ατλάντα, πολυσέλιδα αφιερώματα και από τα έντυπα της εποχής. 


 Ακολούθησε διήμερο λαϊκό προσκύνημα της σορού της στο παρεκκλήσι της Μητρόπολης Αθηνών. Την Πέμπτη 25 Ιουλίου του 1996, η νεκρώσιμη ακολουθία εψάλη στον Καθεδρικό Ναό Αθηνών και η ταφή της πραγματοποιήθηκε από το Α' Νεκροταφείο Αθηνών δημοσία δαπάνη, παρουσία πολλών συναδέλφων της αλλά και απλού κόσμου κάθε ηλικίας, παρά την αποπνικτική ζέστη που επικρατούσε. 

Δεν ξεχνιέται η εικόνα της νεκρής Αλίκης λίγα λεπτά πριν από την ταφή, που θύμιζε σαν μια πορσελάνινη κούκλα με έντονο μακιγιάζ που έλιωνε από τον καύσωνα και με μαλλιά μέδουσας, ένας άλλος άνθρωπος και όχι η Βουγιουκλάκη που ξέραμε όπως και ο πόλεμος ορισμένων φωτορεπόρτερς που μάχονταν πάνω από τον τάφο για το ποιος θα προλάβει να απαθανατίσει την τελευταία στιγμή της αξέχαστης ηθοποιού, προκαλώντας φθορές στους διπλανούς τάφους. 


Η Αλίκη Βουγιουκλάκη υπήρξε αναμφισβήτητα ένα από τα πιο πολυσυζητημένα πρόσωπα της εγχώριας showbiz. Δημιούργησε από μόνη της χωρίς να το ξέρει αυτό που λέμε σήμερα στην Ελλάδα star system.  Κάθε της κίνηση, αποτελούσε θέμα συζήτησης και προβολής από τα media.

Η ηλικία της, οι πολιτικές πεποιθήσεις της, οι τραγουδιστικές ικανότητές της, οι έρωτές της, ο γάμος και ο χωρισμός της με τον Παπαμιχαήλ, τα υποτιθέμενα λίφτινγκ που έκανε, ο δήθεν ανταγωνισμός που είχε με την Τζένη Καρέζη, την Μιμή Ντενίση και τον Λάκη Λαζόπουλο, η αρρώστια της, ο θάνατός της, η περιουσία της και ο τρόπος που την διαχειρίστηκε ο γιος της, απασχόλησαν την ελληνική κοινωνία. 

Αγαπήθηκε και επαινέθηκε πολύ, αμέτρητες άλλωστε αμέτρητες  ήταν οι εκδηλώσεις θαυμασμού προς το πρόσωπό της από απλούς πολίτες όλων των ηλικιών, κυρίως των μικρών παιδιών που υπήρξε και το φανατικότερο κοινό της.  Όλοι την προσφωνούσαν με το μικρό της όνομα, προνόμιο που λίγοι το έχουν στην Ελλάδα. 

Όσο γνώρισε την αποθέωση όμως, άλλο τόσο αμφισβητήθηκε, πολεμήθηκε. Κάποιοι δεν πίστεψαν στο υποκριτικό ταλέντο της, θεωρούσαν ότι έπαιζε ψεύτικα και επαναλαμβανόταν στους ρόλους της ή ότι όταν έδινε συνεντεύξεις στην τηλεόραση, ήταν σαν να έπαιζε θέατρο.  Πολλοί θυμούνται τον πόλεμο που δέχτηκε από τον Τύπο όταν έπαιξε στην Επίδαυρο την «Αντιγόνη».

Κάποτε η Έλλη Λαμπέτη  είχε πει ότι «η Βουγιουκλάκη δεν είναι ηθοποιός αλλά μίμος». Ειπώθηκαν και γράφτηκαν πράγματα όπως ότι ήταν πολύ ανταγωνιστική με κάποιους συναδέλφους της και πως ήταν ικανή να δημιουργεί ολόκληρο ζήτημα ώστε να  μπαίνει πάντα πρώτο το όνομά της στους τίτλους των ταινιών της, πάνω από αυτό του συμπρωταγωνιστή της, όπως και ότι δεν ήθελε στα πλατό να κυριαρχεί άλλη γυναίκα πιο εμφανίσιμη από την ίδια λόγω δικής της ανασφάλειας, απαιτούσε πάντα να της κάνουν κοντινά πλάνα γιατί έτσι πίστευε πως κέρδιζε τους θεατές. 

Αμέτρητες ιστορίες για την Αλίκη, αληθινές ή ψεύτικες, που δεν την έκαναν να λυγίσει και κράτησε τα σκήπτρα της πρωτιάς για πολλές δεκαετίες. 



  Η Αλίκη ήταν σίγουρα ταλαντούχα και δούλεψε σκληρά επί 43 χρόνια, ακατάπαυστα, καλοκαίρια και χειμώνες. Έδωσε χαρά και αισιοδοξία σε πολλούς ανθρώπους και μάλιστα σε δύσκολους καιρούς, μην ξεχνάμε ότι βγήκε αμέσως μετά τον πόλεμο, όταν η Ελλάδα προσπαθούσε να ανασυγκροτηθεί από τα δεινά που προκάλεσε η Κατοχή και ο Εμφύλιος. Έφερε έναν άλλο αέρα στο σινεμά.

Θα μπορούσε να κάνει ακόμη καλύτερα πράγματα στο θέατρο και στον κινηματογράφο, αλλά παγιδεύτηκε, εγκλωβίστηκε στην εικόνα που σχημάτισε ο κόσμος για την ίδια. Υπηρέτησε σε γενικές γραμμές το ανάλαφρο ρεπερτόριο, το εύπεπτο θέατρο. 

Όταν πήγαινε να κάνει κάτι διαφορετικό, που να την ενισχύει και καλλιτεχνικά εκτός από εμπορικά, το κοινό δεν την ακολουθούσε, όχι γιατί δεν ήταν ικανή, αλλά γιατί την ήθελαν μόνο χαριτωμένη ενζενί. 

Της αναγνωρίζουν όμως και διάφορα πράγματα.  Συνέστησε στους θεατρόφιλους ένα καινοτόμο τρόπο ανεβάσματος  του μιούζικαλ  στην Ελλάδα, ανέβασε τα κασέ  των συναδέλφων της, ήταν κιόλας η πιο ακριβοπληρωμένη ηθοποιός, καθιέρωσε τα καμαρίνια, έφτιαχνε ακριβές παραστάσεις υψηλής αισθητικής, ανέδειξε ηθοποιούς όπως τον Γιώργο Πάντζα, τον Γιώργο Κωνσταντίνου, τον Νίκο Γαλανό,  την Μιμή Ντενίση, την Ελένη Κούρκουλα, την Ελένη Ράντου, τον Δάνη Κατρανίδη, τον Βλάσση Μπονάτσο, την Άντζελα Γκερέκου, τον Κώστα Σπυρόπουλο και την Εβελίνα Παπούλια.

Κι όταν διέκρινε στην αυλαία κάθε παράστασης ότι έπαιρνε περισσότερο χειροκρότημα ένας νέος συνάδελφός της, τον έσπρωχνε μπροστά για να τον χειροκροτήσουν και πάλι. 




Είχε μοναδική φωτογένεια που «τρύπαγε» την οθόνη και λαμπερό χαμόγελο. Σίγουρα δεν πέρασε απαρατήρητη από αυτόν τον τόπο και αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της  ζωής μας. Άντεξε στον χρόνο. Με τις ταινίες της μεγάλωσαν γενιές και γενιές, ακόμη και σήμερα που προβάλλονται ασταμάτητα από την τηλεόραση, προστίθενται και νεότεροι θαυμαστές της.

Κάποτε μάλιστα, πολύ εύστοχα ο κριτικός θεάτρου και λογοτέχνης Κώστας Γεωργουσόπουλος είπε για την διάρκειά της: «Η Αλίκη θα μας καταδυναστεύει και ρετρό». Δεν πρόκειται να ξαναυπάρξει άλλη ηθοποιός του βεληνεκούς της Αλίκης Βουγιουκλάκη. 

Η συγκλονιστική μαρτυρία του τελευταίου της συντρόφου.
«Έπεφτε σε κώμα και μετά ξυπνούσε. Μια μέρα μου είχε πει: «Κωστάκη, αν συνεχιστεί για πολύ αυτό, βγάλτε τα καλώδια!». Είχε πια κουραστεί. Στις 20 Ιουλίου, μέρα των γενεθλίων της, έπεσε σε κώμα. Στις 23 ανακοινώθηκε ότι ''έφυγε''».


Είναι σχεδόν αδιανόητο για όλους όσους μεγάλωσαν ρίχνοντας κλεφτές ματιές στον κόσμο μέσα από το ναζιάρικο, αισιόδοξο βλέμμα της Αλίκης Βουγιουκλάκη να δεχτούν ότι το κορίτσι αυτό δεν ζει πια. Κι όμως. Πέρασαν κιόλας 20 χρόνια από το τελευταίο αντίο που ψέλλισε ένα ολόκληρο έθνος στην λατρεμένη του σταρ. Ήταν μάλιστα σαν σήμερα, 23 Ιουλίου 1996, που η καρδιά της σταμάτησε να χτυπά.




Δώδεκα χρόνια ήταν όσα μπορούσε να αντέξει και ο Κώστας Σπυρόπουλος χωρίς να μιλήσει για την Αλίκη του. Ο γνωστός ηθοποιός, τελευταίος σύντροφος της εθνικής μας σταρ, έσπασε τη σιωπή του μιλώντας στο Πρώτο Θέμα και στον δημοσιογράφο Πάνο Ζόγκα.«Τότε ούτε καν μπορούσα να διανοηθώ πόσο μακριά θα έφτανε αυτή η σχέση.

Πάντα στη ζωή μου ερχόντουσαν καταστάσεις παραπάνω από αυτές που θα μπορούσα να αντέξω. Και τελικά τα κατάφερνα. Η σχέση μου την Αλίκη ήταν κάτι το υπερβατικό για μένα. 

Τότε προέκυψε πολύ φυσιολογικά, αλλά δεν ήταν φυσιολογικό», αναφέρει ο γνωστός ηθοποιός, λέγοντας ότι με την Αλίκη άλλαξε πίστα. Συνεχίζει, δε, δηλώνοντας ότι ποτέ δεν περνούσε από το μυαλό κανενός από τους δύο αρχικά ότι η συνεργασία τους θα κατέληγε σε ερωτική σχέση.

«Μέχρι που ήρθε η στιγμή στις πρόβες να κάνουμε το φιλί της παράστασης. Εκεί τα ξεχνάω όλα και κάτι μαγικό συνέβη. Φιλιόμαστε κανονικά και γυρίζει η Αλίκη και λέει μπροστά στους ηθοποιούς, στον σκηνοθέτη, στους τεχνικούς: «Όπα, κοίτα απόδοση ο μικρός!».





  Όσο για τα 30 χρόνια που τους χώριζαν, ο Κώστας Σπυρόπουλος είχε πει:

«Ούτε καν περνούσε από το μυαλό μας. Όταν ξεκινήσαμε δεν υπήρχε σχέδιο. Ήταν η ώρα του ταξιδιού. Είχαμε συνενοχή. «Όσο κρατήσει» μου έλεγε. Το τι γράφανε δεν περιγράφεται! Από την άλλη, η Αλίκη έδινε και μια ελπίδα σε γυναίκες που βρίσκονταν στην ωριμότητά τους ότι η διεκδίκηση δεν σταματάει. 


Το ’87 φαντάσου, όχι σήμερα. Εκεί, αν θέλεις, έμαθα ότι πολλές φορές ο φθόνος είναι η κρυφή επιθυμία του άλλου», εξομολογείται ο γοητευτικός ηθοποιός και ξεσπά: «Όποιος πιστεύει ότι καριέρες που κρατάνε δεκαετίες είναι τυχαίες, για μένα είναι βλάξ και αφελής. Έγραφαν διάφορα και εκείνη μου έλεγε: «Άσε ρε Κώστα να νομίζουν ότι είμαι χαζή. Χαζή, χαζή… τους έξυπνους δεν τους θέλουν».

Η διαφορά ηλικίας δεν έβαζε τρικλοποδιά. Μη σου πω ότι εγώ ήμουν πιο κουμπωμένος και μου έλεγε: «Αμάν πια! Πήρα έναν νέο και βρήκα ένα γέρο». Την Αλίκη τη ζήλευαν. Γιατί ήθελε πάντα να είναι μέσα στη χαρά. Ακόμη και στα δύσκολα».



Με μεγάλη δυσκολία μιλά για την εποχή που η Αλίκη αρρώστησε:
«Συμπεριφέρθηκε σαν επαγγελματίας. Είχαμε πάει στη  Βοστώνη και ο γιατρός Γουότσον είδε τις εξετάσεις. Γυρίζει και του λέει: «Εγώ στη χώρα μου έχω κάνει καριέρα σαν παραγωγός. Είμαι καλή επαγγελματίας ακόμα και στην αρρώστια. Όσο για μένα, ήταν κάτι που με ξεπερνούσε.

Είχα πάει στο γιατρό της, τον Γιάννη Πουλατζά, και μου είχε πει: «Κώστα, τελείωσε. Στην παγκόσμια ιατρική βιβλιογραφία το όριο γι’ αυτή τη γνωμάτευση είναι 73 μέρες». Είχα τρελαθεί. Δεν ήξερα τι να κάνω. Άπειρα τσιγάρα, αγωνία και ένα «γιατί να συμβαίνει αυτό. Γιατί;» περιγράφει ο γνωστός ηθοποιός.
Όσο για το τι θυμάται από εκείνες τις μέρες, ο Κώστας Σπυρόπουλος λέει: «Το θάρρος της. Και μια υπενθύμιση στο αυτονόητο… όλα είναι μάταια. Μια νύχτα την είχαμε βγάλει από την πίσω πόρτα του Ιατρικού Κέντρου. Κάναμε μια βόλτα στην Αθήνα και αυτή τη βόλτα ήταν σαν να την έκανε για πρώτη φορά στη ζωή της. Στην Κηφισίας, που για μας φαίνεται τόσο βαρετό…».


Όπως λέει ο Κώστας Σπυρόπουλος, η Αλίκη: «γνώριζε τα πάντα. Απλά είχαμε συμφωνήσει να μην το αναφέρουμε ποτέ. Συνενοχή. Αυτός ήταν ο κωδικός μας. Από την άλλη, από τις αρχές του Ιουλίου (το 1996) έπεφτε σε κώμα και μετά ξυπνούσε. Μια μέρα μου είχε πει: «Κωστάκη, αν συνεχιστεί για πολύ αυτό, βγάλτε τα καλώδια. Ξηλώστε τα!». Είχε πια κουραστεί. Στις 20 Ιουλίου, μέρα των γενεθλίων της, έπεσε σε κώμα. Στις 23 ανακοινώθηκε ότι «έφυγε»…».

ΤΙ ΣΥΝΕΒΗ: Τον Απρίλιο του 1996, την περίοδο που δίνονταν στη Θεσσαλονίκη οι παραστάσεις του τελευταίου θεατρικού της έργου "Η μελωδία της ευτυχίας", η Αλίκη Βουγιουκλάκη είχε έντονους πόνους στο στομάχι, τους οποίους πίστευε ότι προκαλούσαν τα πολλά αντιβιοτικά που πήρε εξαιτίας μιας βρογχίτιδας που την ταλαιπωρούσε εκείνο το διάστημα. Αφού έκανε εξετάσεις, διεγνώσθη κακοήθης όγκος στο ήπαρ. 




Μη έχοντας συνειδητοποιήσει τη σοβαρότητα της κατάστασης, συνέχισε για μια ακόμη εβδομάδα τις παραστάσεις στη Θεσσαλονίκη, τις οποίες τελικά διέκοψε στις 29 Απριλίου, οπότε δόθηκε και η τελευταία παράσταση του έργου. Στην Αθήνα μια ομάδα τριών καθηγητών ιατρών διαπίστωσε την ύπαρξη καρκίνου καλπάζουσας μορφής και στο πάγκρεας, πέραν του όγκου στο ήπαρ.

Στις 7 Μαΐου, η Αλίκη Βουγιουκλάκη ταξιδεύει στο Μόναχο, όπου υποβάλλεται σε μια σειρά επιπλέον εξετάσεων κατά τη διάρκεια των τριών ημερών που έμεινε εκεί.  Στις 15 Μαΐου κάνει το τελευταίο της ταξίδι στη Βοστώνη των Η.Π.Α. σε μια ύστατη προσπάθεια να αντιμετωπίσει το σοβαρό πρόβλημα της υγείας της. Στις 19 Μαΐου επιστρέφει οριστικά στην Αθήνα και στις 22 Μαΐου μπαίνει στο Ιατρικό Κέντρο Αθηνών με δική της πρωτοβουλία. Μετά από δυο μήνες νοσηλείας, άφησε την τελευταία της πνοή....





Κάποιες από τις πιο ενδιαφέρουσες συνεντεύξεις της και εξαιρετικά αφιερώματα. 



Κάποια από τα λόγια της: 

«Οι μέρες που δεν χαμογελάμε, είναι οι χαμένες μέρες».

«Ο άντρας της ζωής μου είμαι εγώ».

«Μα εγώ δεν υπήρξα ποτέ όμορφη γυναίκα. Έχω όμως τη διάθεση της ωραίας γυναίκας».

«Μερικές φορές έχω την εντύπωση ότι η ηλικία μου είναι περισσότερο φλέγον θέμα από ό,τι η ελληνοτουρκική κρίση».

«Μαγεία προσπαθώ να δώσω στον κόσμο, σε αυτήν τη γη. Μαγεία θέλω να πάρω κι όταν βρεθώ στον ουρανό». 

«Όταν μια μέρα θα φύγω από τη ζωή... E, πείτε πως χάσατε ένα χαμόγελο...» mysalonika.gr


Η Maserati

Η Maserati της πουλήθηκε για 10.000 ευρώ, το αυτοκίνητο που οδηγούσε το 1996, λίγο πριν χτυπηθεί από τον καρκίνο.
Το εν λόγω αυτοκίνητο, είχε κάνει συνολικά 89.000 χιλιόμετρα.Πολλοί είναι μάλιστα, αυτοί που θυμούνται ακόμα και σήμερα τον Κώστα Σπυρόπουλο με την Αλίκη μέσα στο αυτοκίνητο να κάνουν βόλτα στους δρόμους του Κολωνακίου, μιας και τη Maserati τότε οδηγούσαν είτε ο σύντροφος της, είτε ο γιος της Γιάννης.










10+1 ιστορίες για την Α.Βουγιουκλάκη:
Από την Κάλλια Καστάνη (Down Town)

              ΤΟ ΚΟΡΙΤΣΙ ΜΕ ΤΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ


«Κατά τη διάρκεια της γερμανικής Κατοχής, από το ‘41 έως και ολόκληρο το ‘43 ο πατέρας της ήταν νομάρχης Αρκαδίας. (…) Λένε πως τότε, στα τέλη του ‘43 ήταν έτοιμος να παραιτηθεί, όμως τον πρόλαβαν οι ΕΛΑΣίτες που τον κατακρεούργησαν σε μια χαράδρα της Κυνουρίας. Θυμάμαι σαν τώρα που η Αλίκη μού είχε διηγηθεί το πώς αποχαιρέτησε τον πατέρα της για πάντα ένα σούρουπο και τον είδε να ξεμακραίνει από κοντά της. Συνήθως το διηγείτο με πολύ έντονο και γλαφυρό τρόπο και φαινόταν πως ήταν κάτι που είχε επηρεάσει τη ζωή της. Βέβαια, επειδή υπήρχε και το θέμα του χρόνου, που το αντιμετώπιζε πάντα με πολύ χιούμορ, φρόντιζε συνέχεια να μικραίνει σε ηλικία και να μεταθέτει τη δολοφονία του πατέρα της. Έτσι, κατά καιρούς, ο πατέρας της είχε σκοτωθεί στον πόλεμο, στην Κατοχή, στα Δεκεμβριανά, στον Εμφύλιο και αν η Αλίκη ζούσε περισσότερα χρόνια θα προσπαθούσε να μας πείσει ότι σκοτώθηκε είτε στην Κορέα, είτε στο Βιετναμ!»
(Ο Ιάσονας Τριανταφυλλίδης θυμάται την πραγματική Αλίκη, στο περιοδικό Nitro)  




XTYΠΟΚΑΡΔΙΑ ΣΤΟ ΘΡΑΝΙΟ

«Ο πρώτος πλατωνικός έρωτας της Αλίκης ήταν στα 14 της χρόνια. Ήταν ερωτευμένη με ένα αγόρι κατά πολλά χρόνια μεγαλύτερό της, τον Μίλτο Ντόσκα. Την περνούσε τουλάχιστον 8 με 10 χρόνια. Μου μιλούσε για τον Μίλτο και μου φαινόταν παράξενο γιατί τα κορίτσια από την επαρχία, σαν εμένα, ήταν πάντα πιο δειλά. Πηγαίναμε μαζί σε ένα φίλο του για να πάρει τα γράμματα του Μίλτου. Στα 15-16 της ήταν ακόμα ερωτευμένη μαζί του. Ήταν το πρώτο φλερτ της και ήταν αυτό που έμεινε. Ήταν βαθύς έρωτας. Όταν μέναμε οι δυο μας με την Αλίκη δεν μίλαγε για τίποτα άλλο. Τι είπε ο Μίλτος; Πώς είναι ο Μίλτος; Ο Μίλτος έφυγε μετά για τη Γαλλία και έγινε σπουδαίος φωτογράφος. Παντρεύτηκε μια Γαλλίδα αλλά συνέχισε να της στέλνει γράμματα. Μετά από 15 χρόνια ο Μίλτος ήρθε στην Αθήνα και πήγε να τη δει στο θέατρο. Εκείνη δεν τον γνώρισε και τον πέταξε έξω! Εγώ ήμουν στο Μόντρεαλ. Όταν επέστρεψα, το έμαθα και της είπα ποιος ήταν, αλλά δεν το πίστευε. Έμεινε άναυδη!»
(Μια τρυφερή, ροζ ιστορία από τη Λέλα Κουνέλη, τη φίλη και συμμαθήτρια της Αλίκης στο Γυμνάσιο Αμαρουσίου)         






              Η ΝΕΡΑΪΔΑ ΚΑΙ ΤΟ ΠΑΛΙΚΑΡΙ


Το καλοκαίρι του 1964, η Αλίκη Βουγιουκλάκη και ο Δημήτρης Παπαμιχαήλ ανακοινώνουν ότι θα συνεργαστούν την επόμενη σεζόν στη σκηνή του θεάτρου «Κεντρικόν», ανεβάζοντας την «Κολόμπ» του Ανούιγ. «Οι πρόβες στο Κεντρικόν, έχουν κάτι το εκρηκτικό. “Η συνεργασία ήταν τόσο δύσκολη που σκεφτόμουν να αποχωρήσω”, θα θυμόταν η Αλίκη. Μετά την πρεμιέρα, όμως, κάτι αλλάζει. Η Αλίκη μόλις έχει χωρίσει από τον Μπότση και διηγείται τα του χωρισμού στον Παπαμιχαήλ. Εκείνος, με τη σειρά του, είχε εκείνη την εποχή δεσμό χρόνων με τη Δέσπω Διαμαντίδου η οποία συμμετείχε στον θίασο και η Μελίνα, μάλιστα, προβλέποντας τις εξελίξεις, την είχε συμβουλεύσει να “πάρει τα μέτρα της” χωρίς, όμως να εισακουστεί. Η Διαμαντίδου έπαθε το μεγαλύτερο σοκ  βλέποντας τον Παπαμιχαήλ και τη Βουγιουκλάκη όχι πλέον να μαλώνουν, αλλά να φλερτάρουν επί σκηνής.(…) Στην πρόβα τζενεράλε της “Κολόμπ” στην ερωτική σκηνή, τη φιλά με ένα πάθος που δεν έχει φανεί ποτέ μέχρι τότε, σε κανένα από τα κινηματογραφικά φιλιά τους. “Δεν νομίζεις ότι παίζεις περισσότερο αληθινά από ό,τι πρέπει”, του λέει. “Τα φιλιά στο θέατρο εγώ έχω μάθει να τα δίνω εικονικά”. “Εγώ, σαν καλός ηθοποιός, τα δίνω αληθινά”, της λέει, πριν τη φιλήσει  ξανά…».
(Μια ιστορία από τη βιογραφία της «Βασίλισσα Αλίκη», που κατέγραψε ο Μιχάλης Αργυρόπουλος).  





                           Η ΜΟΥΣΙΤΣΑ


Πριν από πολλά χρόνια, στο καμαρίνι της, μετά το χωρισμό της ή τέλος πάντων, μετά από κάποιο πολύ σοβαρό καβγά με τον Παπαμιχαήλ, η Αλίκη είναι χάλια. Έχει πέσει στον καναπέ -ένα βεραμάν καναπέ- και κλαίει με λυγμούς. Απαρηγόρητη. Έχουν πέσει όλοι πάνω της να τη συνεφέρουν - κάποιοι μάλιστα ανησυχούν γιατί δεν την έχουν δει ποτέ έτσι, σχεδόν στα πρόθυρα της υστερίας. Φωνάζει και χτυπιέται, μέχρι που κάποια στιγμή το βλέμμα της πέφτει στον καθρέφτη απέναντι από τον καναπέ και ξαφνικά παγώνει: «Αχ κοιτάξτε πώς μου πάει αυτό το βεραμάν! Δεν με φωτίζει;».
(Αγαπημένη ιστορία στα όρια του αστικού μύθου, που κυκλοφορεί στο ελληνικό θέατρο) 

                      Η ΛΙΖΑ ΚΑΙ Η ΑΛΛΗ
«Eκείνη την εποχή, ο Φώτης έκανε τις χορογραφίες και για τις “Διπλοπενιές”, για την εταιρία “Καραγιάννης-Καρατζόπουλος”. Πάνω στην εξαιρετική μουσική του Σταύρου Ξαρχάκου, ο Φώτης δίδαξε στο πλατό τη Ρίκα Διαλυνά και την Αλίκη Βουγιουκλάκη. Μόνο που η Αλίκη αποδείχτηκε αντίζηλος της Διαλυνά, όχι μόνο στο σενάριο, αλλά και στο… μπουστάκι. Σύμφωνα με το στόρι, η Ρίκα Διαλυνά, πλούσια πελάτισσα του  μαγαζιού που τραγουδούσε ο Παπαμιχαήλ, σε κάποια σκηνή έπρεπε να χορέψει οριεντάλ. Άνετη η Ρίκα έριξε τις στροφές της απαστράπτουσα μέσα στο γυαλιστερό μπουστάκι της. Στην αίθουσα των δοκιμαστικών προβολών, στα πρώτα καθίσματα, ο σκηνοθέτης Γιώργος Σκαλενάκης και η Αλίκη ανίχνευαν και την παραμικρή λεπτομέρεια. Στο οριεντάλ της Διαλυνά, η Αλίκη έμεινε κατάπληκτη. Γυρίζοντας στα πίσω καθίσματα, κάλεσε κοντά της τον Φώτη: «Τι είναι αυτό που φοράει η Διαλυνά;». «Μπουστάκι με πέρλες». «Ευχαριστώ πολύ». Στο επόμενο γύρισμα, η Αλίκη προβλεπόταν να βγει στην πίστα με τουαλέτα. Σύμφωνα με το σενάριο, θα αποθεωνόταν από το κοινό, ως αγαπημένη τραγουδίστρια. Οπότε η Αλίκη βγήκε εντυπωσιακή στο πλατό, η τουαλέτα της ήταν όμορφη και προς γενική κατάπληξη, φορτωμένη με πέρλες γυαλιστερές. Κάποια στιγμή, καθώς την επευφημούσε το κοινό, έπαιρνε μια ανθοδέσμη και υποκλινόταν γλυκά. Ταυτόχρονα, τρεμούλιαζε επίτηδες το σώμα της, για να λάμψουν περισσότερο οι πέρλες. Αργότερα, στην αίθουσα προβολών, το μπουστάκι είχε πλήρως υποβαθμιστεί, μπροστά στην εφετζίδικη τουαλέτα της Αλίκης…».
(Glam ιστορίες από το βιβλίο «Φώτης Μεταξόπουλος, χορεύοντας με το φως και το μετάξι», εκδ. Άγκυρα)              






    TO ΠΙΟ ΛΑΜΠΡΟ ΑΣΤΕΡΙ

«Ο κόσμος, “το κοινό της” τη ζούσε, την έτρεφε. Καμιά φορά, όταν καθυστερούσε στα καμαρίνια και είχε ησυχία, μου έλεγε: “Δόξα τω Θεώ, σήμερα πρέπει να βαρέθηκαν και να ‘φυγαν”. Ουρές απέξω ο κόσμος. “Καμιά μέρα που δεν θα τους έχεις”, την πείραζα “θα σκας καημένη μου”. Αυτό που γινόταν με την Αλίκη, δεν το ‘χεις δει ποτέ,  ούτε και θα το δεις. Την ανέβαζε ένας τεχνικός πάνω σε ένα κάθισμα και κει καθόταν σαν βασίλισσα και περνούσε χιλιάδες κόσμος -που δεν χωρούσε βέβαια μες στο καμαρίνι της- και της φιλούσε τα χέρια κι έκλαιγε. Υπήρχαν άνθρωποι που περίμεναν και μία και δύο ώρες, όρθιοι, για να τη δουν. Η Αλίκη, δεν μπορούσε να γλιτώσει από το σταριλίκι της. Μια φορά, μετά από περιοδεία στην Αυστραλία, βρεθήκαμε στη Σιγκαπούρη. “Αμάν”, μου λέει, “να ηρεμήσουμε!”. Πού να ηρεμήσουμε, που η μεγαλύτερη επιτυχία που είχε γνωρίσει ως τότε η Σιγκαπούρη ήταν το “Υπολοχαγός Νατάσα”; Και να οι συνεντεύξεις και τα  πρωτοσέλιδα και οι τηλεοράσεις! Ε, όταν τέλειωσαν όλα αυτά και ηρέμησε “τώρα”, μου λέει “θα ξεβαφτώ, θα βάλω ένα πρόχειρο ρούχο, σανδάλια, γυαλιά και καπέλο και θα βγούμε βόλτα”. Και όπως προχωράμε, στον κεντρικό δρόμο της Σιγκαπούρης, ακούμε ξαφνικά πίσω μας σε άπταιστα ελληνικά “Παιδιά, παιδιά η Βουγιουκλάκη. Αλίκηηηηηη!”. Ηταν ένα πούλμαν από την Καλαμάτα……
(Άγνωστη ιστορία για την Αλίκη που μου εμπιστεύτηκε, όσο ζούσε ο καλός της φίλος Τόλης Σταματίκος).  

Η πρώτη και ίσως η μοναδική σταρ που γέννησε ποτέ η Ελλάδα. Λαμπερή, όσο καμία - λες και το φως έβρισκε ξεκούραση στο πρόσωπό της. Είδωλο, μύθος, χαρά, νάζι, πονηρό θηλυκό, γυναίκα και κορίτσι μαζί, αιώνια μαθήτρια. Η Αλίκη της αθωότητας μιας Ελλάδας που είχε χορτάσει πόλεμο, εμφύλιο, απώλεια, αποκλεισμό, που πεινούσε πια μόνο για γέλιο. Και που παρέα με κείνη, την τσαχπίνα μαθητριούλα της ογδόης, έκανε κοπάνα σε μια ζωηρή, όλα χρώματα ζωή.  Ογδόντα χρόνια από τη γέννησή της και 17 από το θάνατό της το Down Town,  θυμάται την Αλίκη μέσα από 10+1 ιστορίες, αστείες, σοβαρές, γλυκόπικρες - σαν παλιές, ελληνικές ταινίες… 

Η ΨΕΥΤΡΑ

«Δεν κοιμόταν ποτέ νωρίς. Μετά το θέατρο πηγαίναμε σπίτι, μαγείρευε, τρώγαμε, κοιτάζαμε τα έργα, περνούσαμε αλλαγές στο κείμενο και κατά τις 3.30 τα ξημερώματα μου έλεγε: “Ελα τώρα, πες μου κάτι για τη Ρίτα Χέιγουορθ” - την άλλη μεγάλη μου αγάπη. Μου έκανε σκηνές για τη Ρίτα. Στην κρεβατοκάμαρά μου, να σκεφτείς, δεν έμπαινε ποτέ, επειδή είχα κρεμασμένα, κάτι παλιά αυθεντικά πόστερ της Χέιγουορθ, “Δεν έρχομαι εγώ εκεί μέσα, έχεις αυτήν”, μου ‘λεγε με ζηλιάρικο πείσμα. Κάναμε ατέλειωτες πλάκες με την Αλίκη. Και στο Θεολόγο, τι ωραία, τι ξένοιαστη που ήταν! Αλλά και τι είχαμε τραβήξει και με κείνο το σπίτι! Όλο αργούσαμε και φτάναμε αργοπορημένοι στο θέατρο. Μια μέρα, καθυστερούσε γιατί ήθελε να αγοράσει ένα ψάρι. “Αλίκη μου πάμε», της έλεγα. “Τώρα” μου έλεγε. “Τώρα” και “τώρα”, ε,  αργήσαμε. Και φτάνουμε στα Πατήσια και έχει μια κίνηση τρομερή, όλα ακούνητα. “Κοίτα τι θα κάνουμε”, μου λέει, “θα κορνάρεις εσύ κι εγώ θα ξαπλώσω στο κάθισμα και θα κάνω την άρρωστη. Κι αν σε σταματήσουν, θα πεις πως με πας στο νοσοκομείο”. Βάζω μπροστά, κορνάρω, προσπερνάω αυτοκίνητα, φτάνουμε στην Ομόνοια. Μας σταματά ένας τροχονόμος “Δίπλωμα και άδεια”. “Ξέρετε”, του λέω, “η κυρία Βουγιουκλάκη είναι άρρωστη και…”. Κοιτάει αυτός, βλέπει την Αλίκη, μένει άφωνος. Αργούσαμε όμως, οπότε σηκώνεται η Αλίκη που ήταν ξάπλα, κατεβάζει το παράθυρο και του λέει: “Ρε κύριε άσε μας! Έχω αργήσει στο θέατρο! Να πάρε μια πρόσκληση και έλα να με δεις και μετά στο καμαρίνι”. Εννοείται πως μας άφησε…».
(Άλλη μια ιστορία του Τόλη Σταματίκου).







                          ΑLIKI, MY LOVE
«Ανήμερα της πρώτης γενικής δοκιμής στο “Καμπαρέ” γεννιέται πρόωρα η κόρη μου. Ζυγίζει μόνο 900 γραμμάρια. Πρέπει να μπει επειγόντως σε θερμοκοιτίδα με σκάνερ. Υπάρχει μια και μοναδική στο “Παίδων”. Ετοιμάζομαι να πάρω τηλέφωνο τον Δοξιάδη, τον τότε υπουργό Υγείας. Έρχεται η Αλίκη. Ο γιατρός λέει: “Να ποιος θα πάρει τηλέφωνο. Αυτή μετράει πιο πολύ κι από τον Δοξιάδη κι απ’ όλους”. Τηλεφωνεί. Μιλά με την κανονική της φωνή, τη βαθιά και κοντράλτο. Ο γιατρός δεν την αναγνωρίζει. Του ξαναμιλά με τη φωνή της σκηνής. Την περνά για μίμο. Της ζητά να ανέβει η ίδια στο “Παίδων”. Έχουμε πέσει σε βλακόμουτρο. Παρατά τη γενική δοκιμή και πηγαίνει στο νοσοκομείο, κρατώντας το μωρό στη χούφτα της και κίτρινη από τον τρόμο. Ακολουθώ κι εγώ μ’ ένα ταξί. Στο “Παίδων” αφήνουν το “μισόκιλο”, όπως βάφτισε αργότερα τη Μαριαννίνα και της ζητάνε αυτόγραφα. Μια οικογένεια τσιγγάνων περιμένει κι αυτή ώρες για μια απλή θερμοκοιτίδα. Μοιράζει ιδιόχειρες προσκλήσεις σε χαρτάκια για την πρεμιέρα της σ’ όποιον φροντίσει να μπει αμέσως σε θερμοκοιτίδα το τσιγγανάκι. Φροντίζουν πολλοί. Παίρνει το μελαμψό μωρό στα χέρια της. “Να σας ζήσει ο λεβέντης σας”, λέει στους απορημένους τσιγγάνους και το δίνει η ίδια στο γιατρό…». Η πρεμιέρα του έργου έγινε κανονικά, την επόμενη ημέρα, στις 7 Οκτωβρίου του ‘78. Και για πρώτη φορά η Αλίκη ανέβασε έργο χωρίς γενική δοκιμή…
(Την ιστορία έγραψε η Μαλβίνα Κάραλη -που ήταν τότε σύζυγος του Γιώργου Πάτσα, του σκηνογράφου της Αλίκης- στο βιβλίο της «Γλυκό Κορίτσι», εκδ. Αστάρτη).



ΠΟΝΗΡΟ ΘΗΛΥΚΟ, ΚΑΤΕΡΓΑΡΑ ΓΥΝΑΙΚΑ 

«Μια φορά, οργανώνει ολόκληρο κόλπο για να πάει να κάνει πλαστική στην Ισπανία, επειδή νόμιζε ότι είχε προγούλι. Μηχανεύτηκε χίλιες δυο ραδιουργίες για να μη μαθευτεί στα Μέσα Ενημέρωσης αλλά ούτε και στον Κωστάκη -με τον Σπυρόπουλο ήταν τότε- και την απομυθοποιήσει. “Μαρλέν έχω πει πως πάω στην Αγγλία να δω θέατρο, αλλά θα πάω στην Ισπανία να μαζέψω το προγούλι μου”. “Δεν έχει παιδί μου τίποτα το πρόσωπό σου. Ποιο προγούλι;”, “Να, αυτό, αυτό εδώ. Έτσι ήταν πάντα; Δεν βλέπεις πώς κατέρρευσε;”, “Ναι, έτσι ήταν πάντα και δεν βλέπω πώς κατέρρευσε”. “Καλά, λέγε εσύ. Μη σου ξεφύγει στον Κώστα κακομοίρα μου!”. Της είχε καρφωθεί η ιδέα στο κεφάλι, άρα τελείωσε. Εδώ πρέπει να σου πω πως η Αλίκη δεν είχε κάνει ποτέ τίποτα, ήταν φυσική η ομορφιά της. Αν έκανε, θα το ήξερα! Ήταν το δέρμα της παιδί μου. Άστραφτε! Ήταν στιλπνό, λείο, χωρίς ψεγάδι. Έβαζε βέβαια κρέμες, αλλά και ποια δεν βάζει; Εκείνη τη φορά, όμως, ήταν αποφασισμένη να πάει να μαζέψει το υποτιθέμενο προγούλι. Και πήγε. Είναι, λοιπόν, τέσσερις η ώρα το ξημέρωμα και χτυπά το τηλέφωνό μου. Πετάγομαι σαν τρελή. Να ‘ναι καλά το παιδί μου; Να συνέβη τίποτα; Ποιος να ‘ναι; Ποιος; “Ελα βρε Μαρλενάκι, η Αλίκη είμαι, μη φοβάσαι”. “Η Αλίκη; Έγινε τίποτα στην επέμβαση;”. “Όχι, γιατί δεν έγινε η επέμβαση, ο γιατρός είπε πως είμαι τρελή και πως άμα κάνω κάτι τέτοιο θα αλλάξει όλο το πρόσωπό μου και απορεί πώς μου ήρθε τέτοια ιδέα”. “Και πώς σου ήρθε;”, “Ξέρω ‘γω; Εσείς φταίτε που με φάγατε, το προγούλι σου και το προγούλι σου…”, “Μη χειρότερα! Καλά Αλίκη, γύρνα και τα λέμε”…».
(Η Μαρλέν Καρρέρ θυμάται την Αλίκη Βουγιουκλάκη, στο βιβλίο της «Η ζωή ένα πάρτι», εκδ. Μίνωας)



 Η ΑΡΧΟΝΤΙΣΣΑ ΚΑΙ Ο ΑΛΗΤΗΣ 

«Ξαφνιάστηκα κι έμεινα αμήχανος όταν τη συνάντησα το καλοκαίρι αυτό του ‘82 σ’ ένα ταβερνάκι στο Θεολόγο όταν πήγαμε κι εμείς τυχαία το ίδιο βράδυ να φάμε. Τη χαιρέτησα και το βλέμμα μου καρφώθηκε πάνω της. “Δεν ήξερες ότι τα μάτια μου είναι τόσο μικρά σαν κουμπότρυπες;”, μου είπε εκείνη καθώς έφερνε με το χέρι της στο στόμα ένα κομμάτι από το θεόμακρο ψάρι που βρισκόταν μπροστά της. Είπα ψέματα. “Όχι, δεν πρόσεχα αυτό”. Κάτι τέτοιο. “Α, τώρα μου τα χαλάς χειρότερα”, μου λέει, “δηλαδή τι πρόσεχες, το ψάρι;”. Καθίσαμε. Μας έκανε εκείνη νόημα να καθίσουμε. Συνέχισε από κει που είχε σταματήσει. “Σημασία δεν έχει που είναι τόσο μικρά, σημασία έχει που όλη η Ελλάδα ξέρει ότι έχω μεγάλα μάτια. Άσε που και τα δικά σου δεν πάνε πίσω. Αλλά τι το θες. Το βλέμμα είναι που καθορίζει το μέγεθος του ματιού”…».
(Ο Λάκης Λαζόπουλος συναντά την Αλίκη - και διηγείται την ιστορία στο «Βήμα», στις 4/8/1996)






ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ  

«Κάθε μέρα που περνούσε, η Αλίκη γινόταν όλο και περισσότερο σκιά του εαυτού της. Παρόλα αυτά, ούτε στιγμή δεν σταμάτησε να περιποιείται τον εαυτό της. Ίσως επειδή ήθελε να δείξει και σε μας πως ήταν “αντράκι”. Μπροστά στον καθρέφτη καθόταν συχνά, αν και εξαντλημένη τις περισσότερες φορές. Τα ξανθά της μαλλιά, διατηρούνταν όπως και όταν ήταν υγιής. Της άρεσε κάθε πρωί να της φέρνουν πορτοκαλάδα και πάντα ρωτούσε για τους δημοσιογράφους και τι ανέφεραν τα κανάλια και ο Τύπος για κείνη. (…) Θυμάμαι ένας από τους επικεφαλής της ιατρικής ομάδας της μητέρας μου ήταν ο καθηγητής Αδαμίδης.

 Σε μια από τις επισκέψεις του ρώτησε την Αλίκη:
- Θέλετε τίποτα άλλο κυρία Βουγιουκλάκη;
Εκείνη τον κοίταξε με θάρρος στα μάτια και του απάντησε
- Να ζήσω. Κάνε απλώς τη δουλειά σου. Θέλω να ζήσω.
Λίγες μέρες πριν φύγει από τη ζωή, πήγα στο σπίτι του πατέρα μου.
- Πρέπει να έρθεις του είπα. Η μαμά θα φύγει πολύ γρήγορα.
Ήταν η μόνη φορά που ήρθε στο νοσοκομείο. Μπήκε στο δωμάτιο με αργά βήματα. Πλησίασε στο κρεβάτι της. Σκούπισε τα δάκρυά του, της χάιδεψε το κεφάλι και της είπε
- Σήκω… Σήκω “Πίπη” μου να φύγουμε…
Εκείνη δεν μπορούσε να μιλήσει. Από τα χείλη της, όμως βγήκε ένας βαρύς αναστεναγμός. Σαν να ξαλάφρωσε ακούγοντας τη φωνή του Δημήτρη της…».
(Οι τελευταίες στιγμές της Αλίκης, όπως τις διηγήθηκε ο γιος της Γιάννης Παπαμιχαήλ, στο βιβλίο του «Έχω ένα μυστικό». Η πιο μαύρη ιστορία).  



               Η Ταινία Που Δεν Γύρισε Ποτέ! 



Από το 1987 είχαν αναγγελθεί τα γυρίσματα της πρώτης τηλεταινίας της Αλίκης Βουγιουκλάκη αλλά ποτέ δεν γυρίστηκε! Η εταιρεία παραγωγής ήταν η Key Video Production , μια από τις μεγαλύτερες εταιρείες βιντεοταινιών της εποχής. Η Αλίκη απέρριψε όσα σενάρια της είχαν προτείνει (ανάμεσά τους και του Βασίλη Μανουσάκη και του Παύλου Μάτεσι) ενώ είχε κάνει μια αρχική συμφωνία με τον παραγωγό Γιώργο Καραγιάννη και αρχικά είχε πει το πολυπόθητο "ναι". Το σενάριο που είχε αποφασιστεί τελικά , ήταν της Ζάννας Αρμάου , πάνω σε μια ιδέα της ίδιας της Αλίκης και οι πιθανοί τίτλοι της ταινίας θα ήταν αρχικά "Μια στιγμή , δυο στιγμές" και κατόπιν "Ο ένας για τον άλλον". 

Τη σκηνοθεσία θα αναλάμβανε ο αδερφός της Τάκης Βουγιουκλάκης και συμπρωταγωνιστές της θα ήταν ο Αλέκος Αλεξανδράκης και ο Κώστας Σπυρόπουλος. Στις αρχές του 1990 φήμες έλεγαν πως τα γυρίσματα είχαν ξεκινήσει...Η υπόθεση της ταινίας ήταν η εξής :
Η Αγγέλα (Αλίκη Βουγιουκλάκη) είναι μια δυναμική και επιτυχημένη μπίζνες γούμαν , γύρω στα 40 , παντρεμένη με τον Άκη (Αλέκος Αλεξανδράκης) και με δυο παιδιά. Σε ένα ταξίδι της στην Αίγυπτο γνωρίζεται με τον 27χρονο Αλέξη (Κώστα Σπυρόπουλο) και ζουν ένα τρελό αλλά πρόσκαιρο ειδύλλιο. Επιστρέφοντας στην Ελλάδα δεν ξανασυναντιούνται. Εκείνη πέφτει στη ρουτίνα της δουλειάς της , βάζοντας πάνω απ' όλα την καριέρα της. Κάποια στιγμή όμως και μετά από σειρά γεγονότων η Αγγέλα και ο Αλέξης όχι μόνο ξανασυναντιούνται αλλά πείθονται να μείνουν μαζί...
Είχανε τυπωθεί και αφίσες οι οποίες είχαν μοιραστεί στα βίντεο κλαμπ , όπως και διαφημιστικές κάρτες , αλλά για άγνωστους τελικά λόγους , η ταινία δε γυρίστηκε ποτέ...[retromaniax.gr]





Οι Πλαστικές Επεμβάσεις


Ο πλαστικός χειρουργός Γιάννης Λύρας είχε μιλήσει στο περιοδικό ΛΟΙΠΟΝ για τις αισθητικές επεμβάσεις της ηθοποιού:

Γνωρίζατε πολύ καλά την Αλίκη Βουγιουκλάκη. Υποβαλλόταν συχνά σε επεμβάσεις ομορφιάς;
 «Η Αλίκη έκανε πολλές φορές, όχι μια κι έξω..Η όψη της ήταν πολύ φυσική, γι αυτό δεν το κατάλαβε ποτέ κανείς. Είχε κάνει όλα όσα χρειάζονται για να δείχνει νέα. Αναφέρω την περίπτωσή της ως το θετικό παράδειγμα μιας γυναίκας που ασχολήθηκε έγκαιρα και συχνά με την εικόνα της κάνοντας συνεχή προσπάθεια, γιατί αντιγήρανση δεν είναι μόνο μια πλαστική επέμβαση».

Τις αισθητικές αυτές παρεμβάσεις τις έκανε στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό; 
 «Η Βουγιουκλάκη πήγαινε στο εξωτερικό μέχρι το 80, οπότε και τη γνώρισα. Έπαιζε τότε τη Μελωδία της ευτυχίας κι εγώ είχα μόλις γυρίσει από τη Βραζιλία, όπου σπούδαζα».

Τι σας ζήτησε την πρώτη φορά που τη συναντήσατε;
«Το πρώτο πράγμα που με ρώτησε ήταν: Τι μου έφερες από τη Βραζιλία για να μείνω νέα και όμορφη;».

Φημολογείται πως το κακό με την υγεία της προήλθε από την ασύστολη λήψη ορμονών για την αντιγήρανση...
«Η ατυχία της δεν είχε καμία σχέση με τις ορμόνες».


Σε Ποιες Ταινίες Κινδύνεψε Η Ζωή Της;

Δύο φορές η αγαπημένη ηθοποιός κινδύνευσε κατά τη διάρκεια γυρισμάτων.
Η πρώτη ήταν το 1958 στα γυρίσματα της «Αστέρως», όπου έπρεπε να κολυμπήσει στα νερά του Μαυροπόταμου. Η ίδια έβγαλε την πετσέτα για να ξεκινήσει το γύρισμα.



Το επόμενο ατύχημα ήταν μετά από δυο χρόνια, στην Αντίπαρο, όπου γυριζόταν η «Μανταλένα». Στο στιγμιότυπο που θα δείτε, η Αλίκη χτυπά το κεφάλι της στην κουπαστή της βάρκας. Σύμφωνα με τα «Παραπολιτικά», βγήκε από τη θάλασσα λιπόθυμη. Η σκηνή δεν ξαναγυρίστηκε.



Το Περιοδικό People, Είχε Συγκεντρώσει Διηγήσεις Της, Ετσι Οπως Η Ιδια Περιέγραφε Τον Εαυτό Της.  


''Συναισθηματικά Στερημένη''

«Ποτέ δεν υπήρξα το ξένοιαστο κο­ρίτσι. Ήμουν το κορίτσι που στα 6 του χρόνια τού έβαλαν μαύρες κορδέλες, γιατί του σκότωσαν τον πατέρα. Ύστερα πέρασα μια ζωή μελαγχολική και στερη­μένη συναισθηματικά. Και οικονομικά ακόμα. Η μοναδική μου χαρά εκείνα τα χρόνια ήταν τα παιχνίδια μου με τα αδέλ­φια μου, Τάκη και Αντώνη, τα καλοκαίρια που παίζαμε θέατρο με τα σεντόνια του σπιτιού με έργα δικά μου ή από τις ιστο­ρίες του Ταρζάν. Εγώ έκανα την Τσίτα».



Ο Ζηλιάρης Χορν

«Ευτυχισμένα ήταν ακόμα τα χρόνια στο σχολείο, όπου οι δάσκαλοί μου με λάτρευαν. Αυτοί μάλιστα με έβαλαν στο θέατρο, γιατί η Κρητικομανιάτισσα μητέρα μου αντιδρούσε. Δώδεκα χρό­νων, συνειδητοποίησα ότι δεν έχω μια προσωπικότητα. Μέσα στην Αλίκη Βουγιουκλάκη υπήρχαν πολλά κορί­τσια, που το καθένα ήθελε να ζήσει τη δική του ζωή. Ο Stanislavski λέει ότι ο ηθοποιός έχει δύο προσωπικότητες, ο ένας είναι ο καλλιτέχνης, ο άλλος ο πα­ρατηρητής. Εγώ είχα την καθεμία απ’ αυτές τις προσωπικότητες πολλαπλα­σιασμένη. Μπήκα σαν εξαιρετικό τα­λέντο στο Εθνικό Θέατρο. Περνώντας από την επιτροπή για να πάρω το δί­πλωμά μου, όλοι μού έβαλαν “άριστα” και μόνο ο Δημήτρης Χορν, αυτός ο αθεράπευτος ζηλιάρης του ελληνικού θεάτρου, μου έβαλε “λίαν καλώς”. Η καριέρα μου, λοιπόν, είχε ένα ξεκίνημα που μπορείτε να το χαρακτηρίσετε σο­βαρό. Συνεπώς δεν αρμόζει στην Αλίκη Βουγιουκλάκη μόνο ο χλευασμός, γιατί υποτίθεται ότι κάνει ταινίες που δεν αρέσουν στην κουλτούρα, αλλά αρ­μόζει ένα ανθρώπινο βλέμμα και μια κριτική με ενδελέχεια, για να δημιουρ­γήσει ένα πλέγμα δικαιοσύνης που μέσα του θα με τοποθετήσετε».

''Ο Κινηματογράφος Δεν Μου Προσέφερε Τίποτα''

«Στο θέατρο Μουσούρη και με την επιτυχία του Ωραία Μου Κυρία τα πράγματα αρχίζουν να παίρνουν έναν καλύτερο δρόμο. Λένε πως υπήρχε μια Βουγιουκλάκη που μαγνήτιζε. Δυ­στυχώς και ενώ έχω βρει ένα δικό μου μονοπάτι εξέλιξης και φανερώνονται σιγά σιγά τα καλλιτεχνικά μου όνειρα, έρχεται ο κινηματογράφος, αυτός ο αγύρτης, και με διαλύει. Κάνει τα κα­στανά μου μαλλιά ξανθά, σβήνει την καλλιτέχνιδα και με πετάει πάνω σε ένα λευκό πανί, πάντα γελαστή, πάντα έξυ­πνη, πάντα χαρούμενη. Και μου καθορί­ζει τον τρόπο που μιλάω, διαμορφώνει το χαρακτήρα μου. Με αποκλείει από τον έρωτα, γιατί μόνο έτσι θα μπω στα σπίτια, στις γειτονιές, στις πόλεις και θα θρονιαστώ μια και καλή στις καρ­διές των ανθρώπων. Από εδώ και πέρα, γίνομαι μια Αριάδνη που προσπαθεί να δώσει κλωστή σε κάποιον για να τη βγάλει από το λαβύρινθο. Η σχέση μου με τον κινηματογράφο έγινε σχέση ερα­στή και ερωμένης. Αυτός όλο ζητούσε κι εγώ όλο έδινα. Μπήκα στο χορό και ήμουν η κορυφαία σ’ αυτό το ατέλειωτο γαϊτανάκι που κράτησε δεκαπέντε χρό­νια. Η μάχη για τα πρωτεία είναι τρομα­κτική. Όταν κρατήσεις τα ηνία στο χέρι, τότε μεθάς κι εσύ από τον καλπασμό. Θέλεις να είσαι μόνο πρώτη. Η ευθύνη από τα λάθη που έχω κάνει πέφτει αποκλειστικά στους δικούς μου ώμους. Η επιτυχία, το χρήμα, η προβολή, η φήμη με ενδιαφέρουν. Αλλά εξίσου με ενδιαφέρει η ηρεμία, η σιγουριά και ο έρωτας πάνω απ’ όλα. Με κατηγορείτε. Λέτε πως αποκοιμίζω τον κόσμο, πως νιαουρίζω ακόμα, πως δεν πέταξα την ποδιά του σχολείου. Εγώ είμαι θεατρίνα. Δείξτε μου λοιπόν τον εμπνευσμένο σκηνοθέτη της γενιάς μου, δώστε μου να κρατήσω στα χέρια το άξιο σενάριο που δεν γύρισα, φανερώστε μου μια πα­ραγωγή τίμια και καθαρή. Ο ελληνικός κινηματογράφος δεν μου πρόσφερε τί­ποτα απ’ ό,τι ζητώ. Δεν μπόρεσε ίσως».


Για Τον Παπαμιχαήλ

«Παντρεύτηκα τον Δημήτρη Παπα­μιχαήλ γιατί τον θαύμαζα. Γοητεύτηκα από το ταλέντο του στη σχολή και, όταν μου πρότεινε να παντρευτούμε, δέχτηκα αμέσως. Με χωρίζουν με τον άντρα μου εκατοντάδες πράγματα, από την καθη­μερινή μας ζωή μέχρι το καλλιτεχνικό μας σμίξιμο. Έχουμε διαπράξει πολλά λάθη και οι δύο. Εγώ νιώθω τύψεις, αλλά ποτέ ενοχή. Η ζωή των ανθρώπων είναι μια παράξενη αλχημεία, όπου τα πολύτιμα μέταλλα, η αγάπη, ο έρωτας, το πάθος, η ειλικρίνεια, φθείρονται. Μην ψάχνετε να βρείτε ποιος φταίει».





Για Το Ταλέντο Της

«Αυτή την καραμέλα ότι δεν έχω ταλέντο την πιπιλίσαμε αρ­κετά χρόνια. Έλιωσε πια. Το σανίδι είναι δύσκολο και άγριο πράγμα. Δεν μπορεί μια θεατρίνα, αν δεν εί­ναι σπουδαία, να σταθεί τόσα χρό­νια. Θα μου πείτε, “μόνη σου λες ότι είσαι σπουδαία;”. Μα βγαίνει από μόνο του. Βαρέθηκα σε όλη μου τη ζωή να ακούω δύο πράγματα: “Δεν έχει ταλέντο” και “Δεν θα γεράσει πια;”. Αλλά δεν με πειράζει. Θέλετε επειδή συνήθισα, θέλετε επειδή έχω χιούμορ. Αυτό είναι που με σώζει. Το χιούμορ. Τι σπουδαίο όπλο! Άλλω­στε, η ίδια κοροϊδεύω τον εαυτό μου. Πολύ γελάω μαζί μου. Πάρα πολύ. Το ταλέντο είναι η συνισταμένη πολλών πραγμάτων. Εργατικότητα, αγάπη, αφοσίωση στη δουλειά, πίστη, στόχοι, εξωτερική εμφάνιση, ακτινοβολία και το χάρισμα που λέγεται “γκελ”. Ε, όλα αυτά εγώ τα έχω!».

































Για Τον Εαυτό Της

«Δεν είμαι δήθεν σταρ, είμαι η πραγματική σταρ. 
Δεν είμαι δήθεν ταλαντούχα, είμαι πραγματικά ταλα­ντούχα. Δεν έχω κάνει δήθεν αποτυ­χίες, έχω κάνει μεγάλες αποτυχίες. Δεν έχω κάνει δήθεν επιτυχίες, έχω κάνει τα μεγαλύτερα ρεκόρ. Δεν είμαι δήθεν όμορφη, είμαι… ε, είμαι αυτή που είμαι! Δεν διεκδικώ πράγματα που δεν είμαι».



Οι Πρωτιές Της

Στο πρώτο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης το 1960, το βραβείο Α’ Γυναικείου Ρό­λου για την ερμηνεία της στην ταινία Μανταλένα η κριτική επιτροπή το δίνει στην Αλίκη Βουγιουκλάκη. Ανάμεσα στα μέλη της επιτροπής ήταν η Κατίνα Παξινού και ο Στρατής Μυριβήλης. 

Ο πρώτος χρυσός δίσκος είχε τη σφραγίδα του Μάνου Χατζιδάκι με τα τραγούδια από Το Ξύλο Βγήκε Απ’ Τον Παράδεισο με την Αλίκη. Χωρίς να είναι τραγουδί­στρια, όποτε το σενάριο το επιτρέπει, ερμηνεύει τραγούδια με το δικό της τρόπο και νάζι. Το επόμενο βήμα είναι να φέρει τα μεγάλα μιούζικαλ που παί­ζονται στο εξωτερικό προσαρμοσμένα στα ελληνικά, με σημαντικούς συντε­λεστές δίπλα της. Από την Καμπίρια το 1975 μέχρι τη Μελωδία της Ευτυχίας το 1996, η Αλίκη για είκοσι χρόνια πα­ρουσίασε μιούζικαλ που ακόμα και στις μέρες μας αποτελούν πόλο έλξης για ηθοποιούς, σκηνοθέτες και τραγουδι­στές: Ωραία μου Κυρία, Καμπαρέ, Εβίτα, Εύθυμη Χήρα, Βίκτορ – Βικτόρια.

Με την είσοδό της στη Φίνος Φιλμ, η καριέρα της απογειώνεται. Η Αστέρω τη φέρνει στην πρώτη θέση στα εισι­τήρια. Τα υπόλοιπα είναι κινηματογρα­φική ιστορία. Το Ξύλο Βγήκε από τον Παράδεισο, Η Αλίκη στο Ναυτικό, Η Αρχόντισσα και ο Αλήτης, Η Δασκάλα με τα Ξανθά Μαλλιά, Υπολοχαγός Να­τάσα, Η Μαρία της Σιωπής. Όλες ήταν στην πρώτη θέση. Ακόμα και όταν δεν είναι στη Φίνος Φιλμ, κάνει πρωτιές με την Κόρη μου τη Σοσιαλίστρια (Δα­μασκηνός – Μιχαηλίδης) και Το Πιο Λαμπρό Αστέρι (Καραγιάννης – Κα­ρατζόπουλος). Πρώτη εκείνη μίλησε για καλύτερες συνθήκες στον κινημα­τογράφο και στο θέατρο και ήταν επί­σης η πρώτη που ζήτησε ποσοστά από κάθε ταινία που γύριζε.
































Οι Αποτυχίες Της

Σαράντα τρία χρόνια θεατρίνα, η Αλίκη Βουγιουκλάκη είχε και αποτυχίες, κυ­ρίως στο θέατρο. Ιδίως όταν ήθελε να κάνει διαφορετικά πράγματα. Η πρώτη θιασαρχική της εμφάνιση στην Αθήνα, το 1962, με το έργο Καίσαρ και Κλεο­πάτρα, μαζί με τον Μάνο Χατζιδάκι, με ένα θίασο εξαιρετικό και σκηνοθέτη τον Αλέξη Σολωμό, αντέχει μόνο δύο μήνες. Όταν έκανε τη Σίρλεϊ Βαλεντάιν, το 1988, αν και μόνη της στη σκηνή, δεν είχε την επιτυχία που περίμενε. Στον κινηματο­γράφο, αποτυχίες θεωρούνται η διεθνής ταινία Αλίκη και το δραματικό Ταξίδι. Το φιλμ Αλίκη (μαζί με τα τουρκικά Χτυπο­κάρδια στο Θρανίο είναι οι μόνες ταινίες της που δεν έχουν παιχτεί στην ελληνική τηλεόραση) έκανε 235.890 εισιτήρια στην πρώτη προβολή και μπήκε στη 14η θέση στον πίνακα εισιτηρίων, όταν την ίδια σε­ζόν, τα Χτυποκάρδια στο Θρανίο κάνουν 591.675 εισιτήρια και κατακτούν τη δεύ­τερη θέση. Το Ταξίδι μπορεί να έρχεται στην έβδομη θέση τη σεζόν 1962-63, αλλά τα εισιτήρια είναι μόνο 76.395 στην πρώτη προβολή. Η ταινία έχει καταγρά­ψει μία από τις καλύτερες ερμηνείες της Αλίκης, ο κόσμος όμως που έβγαινε από τα σινεμά έλεγε: «Μην το δείτε, η Αλίκη σκοτώνεται στο τέλος!».


Οι Νέοι Καλλιτέχνες Που Ξεχώρισαν Δίπλα Της

Δίπλα στην Αλίκη πολλοί ηθοποιοί έγιναν πρωταγωνιστές. Είχε το χάρισμα να ξεχωρίζει ταλαντούχους νέους ανθρώ­πους και τους ήθελε μαζί της στη σκηνή. Ο Δάνης Κατρανίδης και ο Βλάσσης Μπονάτσος είναι τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα. Ο πρώτος στο Καμπαρέ, με το ρόλο του Κομπέρ, έκλεβε την πα­ράσταση, όπως και ο Βλάσης στην Εβίτα, στο ρόλο του Τσε Γκεβάρα. Και δεν είναι μόνο αυτοί. Το 1971 στη Βασίλισσα Αμα­λία έχει μαζί της τη Νόνικα Γαληνέα. Στη συνέχεια, στη Θεατρίνα, το 1972, ο Νίκος Γαλανός και η Ελένη Ερήμου είναι δίπλα της. Το 1975, στην Καμπίρια, ο Βασίλης Τσιβιλίκας, ο Τάκης Χρυσικάκος στην Καμπίρια του 1978, η Πέγκυ Σταθακο­πούλου στην Εύθυμη Χήρα το 1980, η Μιμή Ντενίση στην Τζούλια το 1980-81, ο Γιάννης Μπέζος στην Εβίτα, η Άριελ Κωνσταντινίδη και η Τάνια Τρύπη στην Άννυ, σε δική της παραγωγή και φυσικά ο Κώστας Σπυρόπουλος, που κατακτά και την καρδιά της. Ακόμα και στα τε­λευταία έργα, λειτουργεί σαν φυτώριο νέων καλλιτεχνών. Εβελίνα Παπούλια, Γιάννης Χριστοδουλόπουλος και Θανά­σης Τσαλταμπάσης πήραν το βάπτισμα του πυρός στο πλάι της Αλίκης.
































Εκείνοι Που Πίστεψαν Στο Ταλέντο Της

Οι πιο σημαντικοί άνθρωποι της γε­νιάς της –και όχι μόνο– πίστεψαν στο ταλέντο της. Δεν είναι γνωστό στον πολύ κόσμο, ίσως γιατί η εικόνα της Αλί­κης είναι τόσο δυνατή που ξεπερνάει τις πληροφορίες. Η Αλίκη στο θέατρο είχε την τύχη να σκηνοθετηθεί από τους κα­λύτερους. Πόσοι γνωρίζουν ότι η Ωραία μου Κυρία και το Καμπαρέ ανέβηκαν σε σκηνοθεσία Δημήτρη Ποταμίτη; Αλλά και πιο πίσω: Αλέξης Σολωμός, Δημή­ τρης Μυράτ, Μάριος Πλωρίτης, Κώ­στας Μουσούρης, Αλέκος Σακελλάριος, Κωστής Μιχαηλίδης. Ο Νίκος Χαραλά­μπους σκηνοθετεί την Εβίτα, ο Ανδρέας Βουτσινάς το Εκπαιδεύοντας τη Ρίτα και ο Σπύρος Ευαγγελάτος τη Φιλουμένα. Ο Μίνως Βολανάκης την εμπιστεύεται για την Αντιγόνη και τη Σίρλεϊ Βαλεντάιν, ο Διαγόρας Χρονόπουλος στο Λίγο πιο Νωρίς, Λίγο πιο Αργά, ενώ η Ρούλα Πα­τεράκη θα υπογράψει τις τελευταίες της παραστάσεις. Αλλά μήπως και οι μουσι­κοί δεν ήταν οι καλύτεροι που δούλεψαν μαζί της; Μάνος Χατζιδάκις, Σταύρος Ξαρχάκος, Μίμης Πλέσσας, Γιώργος Χατζηνάσιος, Αλέξης Παπαδημητρίου, Σταμάτης Κραουνάκης.



ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Το φαινόμενο Αλίκη Βουγουκλάκη, ο μύθος της, οι φήμες, τα ψέματα και οι αλήθειες για την ηλικία της, οι ταινίες της, τα τραγούδια που είπε, τα αμέτρητα εξώφυλλα, οι συνεντεύξεις, οι φωτογρα­φίες της. Πόσα από αυτά είναι αλήθεια και πόσα μύθος; Την απάντηση την έδωσε και πάλι η ίδια η Αλίκη: «Ποτέ δεν λέω την αλήθεια σε μια συνέντευξη για την ιδιωτική μου ζωή. Αφού ορι­σμένοι είναι αδιάκριτοι, γίνομαι κι εγώ ψεύτρα. Το κοινό μάς εξιδανικεύει. Δεν μπορώ, λοιπόν, με μια απάντηση που δεν θα μου τη συγχωρούσε να το στε­νοχωρήσω. Γιατί; Είναι κι η συνέντευξη μέσα στο ρόλο».


































Μια ανέκδοτη συνομιλία
με την Αλίκη και τη μητέρα της στον Θανάση Λάλα

Αλίκη Βουγιουκλάκη. Ριγέ κολλητό παντελόνι, γοφοί στον ρυθμό της μουσικής, γαρίφαλο στ' αφτί και τσαχπινιά στο μάτι.

Αλίκη Βουγιουκλάκη. Ουρά έξω από τον κινηματογράφο ΡΕΟ για μια θέση στην πλατεία, για να δούμε στη μεγάλη οθόνη την κυρία που χαμογελούσε και μας πέφτανε τα σάλια, τραγουδούσε και η φωνή της έπαιρνε τα προβλήματα μιας μεταπολεμικής Ελλάδας και τα πετούσε έστω και για λίγο από το παράθυρο.

Αλίκη Βουγιουκλάκη. Η εξαίρεση που επιβεβαίωσε τον κανόνα, ότι η νεότητα είναι περαστική, δίνει σκυτάλη στην ενηλικίωση για να γεμίσει κάποτε το αρυτίδωτο παιδικό μας πρόσωπο σημάδια του χρόνου! Το μόνο πρόσωπο «ροδάκινο», πάνω απ' τα 60, ήταν το δικό της και έμοιαζε να εκδικείται τον χρόνο, τον Θεό, τη φύση, για λογαριασμό όλων μας.

Αλίκη Βουγιουκλάκη. Η «Σταχτοπούτα» των τελευταίων 40 χρόνων, από την περασμένη Τρίτη, χωρίς σάρκα και οστά, ταξιδεύει σαν φως πάνω από τα κεφάλια μας και μας προειδοποιεί ότι η ψυχή της ήταν και είναι η  απόδειξη μιας ζωής που μοιάζει με παραμύθι, αλλά δεν είναι παραμύθι, γιατί, ενώ πέρασε αυτή καλά κι εμείς καλύτερα, δεν συνέχισε να ζει όπως συμβαίνει στα παραμύθια, αλλά «έφυγε» κι αυτή όπως όλοι οι κοινοί θνητοί, ηττημένη από μια ολιγοήμερη μάχη με τον θάνατο!

Αλίκη Βουγιουκλάκη. Ολοι την αγαπήσαμε και όλοι την μισήσαμε... Κι εγώ είμαι ένας από αυτούς που ξεκίνησα τη γνωριμία μαζί της αφού πρώτα την έκανα να τρέμει κάθε φορά που άκουγε τον χτύπο του τηλεφώνου της. Οπου και αν βρισκόταν, ήταν μια περίοδος, γύρω στο 1992-93, που πίστευε ότι πίσω από κάθε χτύπο κρυβόταν η ραδιοφωνική εκπομπή «Τα κακά παιδιά» που έκανα με τον φίλο τον Λάμπη τον Ταγματάρχη. Είχε πέσει θύμα μας, αυτή η πανέξυπνη γυναίκα, μερικές φορές και το φύσαγε και δεν κρύωνε με τίποτα. Κάποια στιγμή στην πρεμιέρα του θεάτρου Βεάκη μας συστήσανε... Ηταν θυμωμένη, αλλά προσπαθούσε να μην το δείξει... Μετά το τέλος του έργου «Κάτι έχω να σας πω» του Λάκη Λαζόπουλου, στο φουαγέ έγινε ένα μικρό γλέντι... Ηρθε και μου ζήτησε να χορέψουμε... Κατά τη διάρκεια του χορού πλησίασε στο αφτί μου και μου ψιθύρισε... «Μην ανησυχείς... δεν σε παρεξηγώ... Εγώ είμαι εδώ για να πατήσετε όλοι εσείς επάνω μου και να λάμψετε!».

Αλίκη Βουγιουκλάκη. Από τότε, μπορεί ποτέ να μη γίναμε φίλοι, μπορεί πάντα να είχα τις επιφυλάξεις μου, αλλά μου έδωσε την ευκαιρία να της πω ό,τι σκεφτόμουν γι' αυτήν και να αναπτυχθεί μια ειλικρινής σχέση όπου όλα ελέγοντο αλλά ελάχιστα δημοσιοποιούντο! Σεβάστηκα πάντα τις εκμυστηρεύσεις της, τις αδυναμίες της, και αυτό την έκανε να νιώθει  εμπιστοσύνη και να ανοίγεται και να λέει πράγματα ανελέητα γι' αυτό που όλοι εμείς θεωρούσαμε μαγικό!

Οταν χαλάρωνε ήταν ένας άνθρωπος άλλος, γεμάτος πόνο και πολύ λίγη ευτυχία. Ηταν η περίπτωση του ανθρώπου που ο ένας της εαυτός άρπαξε τον άλλον απ' τα μαλλιά και τον τράβηξε στη μεριά του, τον φυλάκισε στο φως, του απαγόρευσε τη μαγεία της σκιάς, εκεί όπου οι ψυχές βγάζουν τις τρέλες τους περίπατο χωρίς να κινδυνεύουν να γίνει παρεξήγηση. Αυτό ήταν η Αλίκη... όμηρος του ενός εαυτού της που κρατούσε, αυταρχικά, «σούζα» τον άλλο εξίσου υπέροχο εαυτό της!

Αλίκη Βουγιουκλάκη. Δεν θα ξαναπεράσουμε μαζί Πρωτοχρονιά, δεν θα συναντηθούμε σε πρεμιέρες φίλων, δεν θα κάνουμε βόλτες με εξώπλατο  αυτοκίνητο στην παραλιακή, δεν θα απαντήσει πια σε καμιά σκληρή ερώτησή μου...

Αλίκη Βουγιουκλάκη. Η μόνη γυναίκα που με τον πιο διασκεδαστικό τρόπο, κρύβοντας και μπερδεύοντας τα στοιχεία για την πραγματική της  ηλικία, απέδειξε το άγχος που νιώθουν οι άνθρωποι για τον χρόνο που περνάει... Πόση σημασία έχει ο χρόνος για τον άνθρωπο γενικότερα.

Αλίκη Βουγιουκλάκη. Η καλύτερη «μύτη» που οσφραινόταν με ακρίβεια τι ήθελε ο κόσμος να ακούσει για να επιβεβαιώσει τον μύθο της. Ως το τέλος της «πουλούσε» τη σχέση της με το βασιλόπουλο, τη διαφωνία της με τη βασίλισσα... Ηξερε ότι ο κόσμος ήθελε ν' ακούει γι' αυτό, ήθελε να μάθει λεπτομέρειες... Και την στενοχωρούσε αφόρητα που η αλήθεια της δεν «πουλούσε» όσο το ψέμα της!

Αλίκη Βουγιουκλάκη. Ενα πρόσωπο που ήταν δίκαιο ­ όσο σκληρό και αν ακούγεται ­ να πεθάνει νέο και όμορφο! Γιατί από παιδί αποφάσισε να γίνει η εξαίρεσή μας που θα μας επιβεβαίωνε τον κανόνα: ότι η νεότητα περνά και χάνεται! Το ότι η Αλίκη πέθανε νέα είναι ίσως η απόδειξη ότι ο  Θεός υπάρχει, βλέπει, είναι ενίοτε δίκαιος!

Σκηνικό
Συνάντηση για συνέντευξη στο σπίτι της Αλίκης. Η Αλίκη φορούσε ένα υπέροχο κόκκινο ταγέρ και ήταν ξαπλωμένη στο κρεβάτι της. Ηταν πολύ κουρασμένη αλλά δεν ήθελε να αναβάλει το ραντεβού μας.

Η μητέρα σου ήθελε να γίνεις ηθοποιός;
«Δεν είναι καλύτερα να πάρουμε τη μητέρα μου ένα τηλέφωνο να σου πει η ίδια τι ήθελε για μένα;».

Γιατί όχι... Μήπως την ενοχλήσουμε;
(Σηκώνει το ακουστικό και σχηματίζει τον αριθμό. Η φωνή της μητέρας της ακούγεται μέσω του μεγάφωνου της κοινής ακροάσεως) «Μανούλα... Είν' εδώ ένας φίλος μου και θέλει να σε ρωτήσει πώς αντέδρασες εσύ όταν εγώ ήθελα να βγω στο θέατρο. Αλλά να πεις αλήθεια... μην αρχίσεις πάλι τα ίδια... σόγια κι όλα αυτά που λες...» (γέλια).

Γεια σας, τι κάνετε; Μιλούσαμε εδώ με την Αλίκη και αναρωτήθηκα πώς αντιδράσατε όταν σας είπε ότι θέλει να βγει στο θέατρο... Πόσων χρόνων ήταν θυμάστε; Σας το 'πε ξαφνικά;

ΜΗΤΕΡΑ: «Οχι από μικρό παιδί είχε το ταλέντο. Γιατί και στο σχολειό ήταν πρώτη, στις θεατρικές εκδηλώσεις και στις παραστάσεις... Ολοι οι καθηγητές της μου λέγανε: "Ασ' το το παιδί να κάνει ό,τι θέλει... Αυτό το παιδί θ' ανέβει πολύ ψηλά... Ασ' το ν' ακολουθήσει τον δρόμο του"». Ηταν άτακτο παιδί;

ΜΗΤΕΡΑ: «Κοιτάξτε... όχι, είχε μια φλόγα μέσα του κι έλεγα ότι αυτό το παιδί κάτι Θα γίνει. Γιατί από πολύ μικρή έκανε πράγματα που δεν ήταν της ηλικίας της. Και όταν τελείωσε το Γυμνάσιο ­ το τελείωσε πολύ μικρή γιατί είχε πάει πολύ μικρή σχολείο ­ μου λέει: "Μαμά, θα πάω στη δραματική σχολή, θέλω να γίνω ηθοποιός...". Λέω "Αυτό που μου λες το νιώθεις, το αισθάνεσαι;". "Ναι", μου λέει, "Μαμά... αν δεν γίνω ηθοποιός, δεν θα γίνω τίποτε άλλο..."».

Πώς είχε μάθει τι σημαίνει ηθοποιός; Την πηγαίνατε στο θέατρο;

ΜΗΤΕΡΑ: «Οχι ήταν μικρή, δεν είχε πάει ακόμη θέατρο... σινεμά μόνο και ό,τι διάβαζε και άκουγε. Εν πάση περιπτώσει, της λέω "Αλίκη μου, γιατί να γίνεις ηθοποιός; Δεν θες να σπουδάσεις... να πας στο εξωτερικό;..". "Οχι", μου λέει, "αν δεν γίνω ηθοποιός, δεν θα γίνω τίποτε άλλο". Και σκέφτηκα κι εγώ ότι αφού το θέλει τόσο πολύ πρέπει να υποχωρήσω. Εγώ όμως αντέδρασα επειδή δεν ήξερα ότι θα φτάσει εκεί που έφτασε και σε κάθε επάγγελμα δεν μ' αρέσει η μετριότης...».

ΑΛΙΚΗ: «Βρε μαμά, γιατί δεν λες την αλήθεια... ότι ήθελες να με παντρέψεις μ' έναν πλούσιο;».

ΜΗΤΕΡΑ: «Τώρα όμως είμαι πολύ ευτυχισμένη και περήφανη για την Αλίκη...».

Δεν είναι αλήθεια ότι εσείς θέλατε να την παντρέψετε με κάποιον που είχε πάρα πολλά χρήματα κι έτσι θα λυνόταν το πρόβλημα της ζωής της;

ΜΗΤΕΡΑ: «Οχι, δεν μου ζήτησε τέτοιο πράγμα ποτέ η Αλίκη...».
ΑΛΙΚΗ: «Εγώ δεν σου ζήτησα να παντρευτώ... εσύ ήθελες να παντρευτώ...» (γέλια).
ΜΗΤΕΡΑ: «Ο μοναδικός της στόχος ήταν να βγει στο θέατρο...».
ΑΛΙΚΗ: «Ο δικός μου ήταν να βγω στο θέατρο.. ο δικός σου σκοπός ποιος ήτανε;».
ΜΗΤΕΡΑ: «Εδωσε εξετάσεις στο Εθνικό Θέατρο, επειδή εγώ αντιδρούσα, εν αγνοία μου. Κι όταν με πήραν τηλέφωνο οι καθηγητές να με συγχαρούν επειδή μπήκε πρώτη, εγώ έκανα ότι το ήξερα και τους είπα "ευχαριστώ, ευχαριστώ πολύ"» (γέλια).

Εσείς αυτό είχατε ονειρευτεί για την Αλίκη;

ΜΗΤΕΡΑ: «Να σας πω... δεν έκανα όνειρα ακόμη τότε... Ελεγα ότι, όπως όλα τα παιδιά, κάπου θα σπουδάσει, κάτι θα γίνει...».

Ναι, αλλά τότε οι γονείς ­ κυρίως αυτοί που είχαν κορίτσια ­ θέλανε να τα καλοπαντρέψουνε και να τα τακτοποιήσουν όσο το δυνατόν πιο γρήγορα δεν μπορεί να μην το 'χατε μες στο μυαλό σας...

ΜΗΤΕΡΑ: «Ε, όχι και τόσο μικρή ήταν πολύ μικρή σας λέω».
ΑΛΙΚΗ: «Μαμά, τώρα μεγάλωσα;».
ΜΗΤΕΡΑ: «Οχι... Η Αλίκη δεν μεγάλωσε ποτέ... έχει μείνει στάσιμη... Την ξέχασε ο χρόνος... Είναι πάντα η Αλίκη, η μικρή μου...».
ΑΛΙΚΗ: «Ελα, μαμά, άσ' τα αυτά... Δηλαδή, δεν θα 'θελες να παντρευτώ τώρα... να τακτοποιηθώ, να μην έχω έννοιες;».
ΜΗΤΕΡΑ: «Ναι... ήθελα πάντα να κάνεις έναν καλό γάμο, να είσαι ευτυχισμένη, να είσαι χαρούμενη... Αυτό κάθε μητέρα το θέλει για το παιδί της».
Πιστεύετε ότι αν έκανε έναν καλό γάμο, θα της έφευγαν αυτές οι έγνοιες που κουβαλάει και που την τυραννάνε μερικές φορές;
ΜΗΤΕΡΑ: «Οπωσδήποτε... Εγώ επιμένω ότι η Αλίκη έπρεπε να κάνει έναν καλό γάμο, να είναι ευτυχισμένη και να μην κουράζεται τόσο πολύ... Να δει λίγο τον εαυτό της...».

Εσείς πιστεύετε ότι, επειδή ασχολήθηκε με το θέατρο, έχασε έναν άνθρωπο που θα μπορούσε να την έχει κάνει ευτυχισμένη;

ΜΗΤΕΡΑ: «Να σας πω αυτό μάλλον εκείνη πρέπει να το ξέρει. Εκείνη πρέπει να ξέρει αν πραγματικά θα 'νιωθε ευτυχισμένη».

Εσείς ξέρετε ποιος από όλους αυτούς τους ανθρώπους, που τους έχετε δει με την κόρη σας, θα μπορούσε να την κάνει πραγματικά ευτυχισμένη;

ΜΗΤΕΡΑ: «Α... αυτό δεν το ξέρω. Κοιτάχτε να δείτε, δεν μπορώ να ψυχολογήσω τον κάθε άνθρωπο για να δω τι θα της πρόσφερε για να την κάνει ευτυχισμένη. Αυτό μόνο η Αλίκη μπορεί να το ξέρει».
ΑΛΙΚΗ: «Μαμά, άκου και μένα... Δεν υπάρχει κανείς που να μπορεί να με κάνει ευτυχισμένη... Γι' αυτό καλύτερα μόνη μου σου λέω».
ΜΗΤΕΡΑ: «Εντάξει... Αλλά εγώ την κόρη μου θα την ήθελα να έχει στο πλευρό της έναν άντρα που να την βοηθάει... Εχει τόσα προβλήματα, τόσες σκέψεις... και τα διεκπεραιώνει όλα μόνη της...».

Τι θα άλλαζε δηλαδή αν είχε έναν σύζυγο;

ΜΗΤΕΡΑ: «Δεν θα κουραζόταν τόσο... Εναν άνθρωπο που θα της προσέφερε πολλή αγάπη και στοργή, πράγματα που τα έχει ανάγκη ο άνθρωπος».
ΑΛΙΚΗ: «Καλέ, εδώ μ' αγαπάει όλη η Ελλάδα... έναν συγκεκριμένο θες εσύ;» (γέλια).
ΜΗΤΕΡΑ: «Ολη η Ελλάδα την αγαπάει διαφορετικά... Εγώ ήθελα έναν άνθρωπο πλάι της, δίπλα της, που να την λατρεύει σαν άνθρωπο με τα ελαττώματά του και τις αδυναμίες του».

Φαντάζεστε πόσοι άντρες την έχουν στο μυαλό τους την κόρη σας;

ΜΗΤΕΡΑ: «Πολλοί άντρες... αλλά αυτή δεν θα διάλεγε κανέναν από αυτούς... Αυτό έχει σημασία».
Πιστεύετε ότι δεν μπορούμε δια μέσου της οθόνης να ερωτευτούμε τρελά;
ΜΗΤΕΡΑ: «Οχι, βέβαια... Κάποτε ένας γιατρός την είχε ερωτευτεί βλέποντάς την στο σινεμά, χωρίς να την ξέρει» (γέλια).
ΑΛΙΚΗ: «Ο έρωτας αφορά δύο. Η Αλίκη της οθόνης είναι άλλη από την Αλίκη της Στησιχόρου...».
Δηλαδή η Αλίκη δεν ήταν αυτή που βλέπαμε όλοι εμείς στον κινηματογράφο;
ΜΗΤΕΡΑ: «Ναι, ναι... Αυτή ήταν... Αλλά όχι μόνο αυτή...».
Αρα ο γιατρός είχε ερωτευτεί τη μία Αλίκη μόνο (γέλια).
ΜΗΤΕΡΑ: «Βεβαίως... Και δεν έφτανε... Πάντως αυτό που 'χω προσέξει ­ είναι τρομερό! ­ πάντοτε την Αλίκη την αγαπούν άνθρωποι μιας ηλικίας και τα μικρά παιδιά...».

Εχετε ζηλέψει ποτέ όλη αυτή τη φήμη του παιδιού σας;

ΜΗΤΕΡΑ: «Οχι γιατί ποτέ δεν είχα το ταλέντο της ­ ποτέ δεν είχα όλ' αυτά τα προσόντα που έχει η Αλίκη...».

Ποιος ήταν ο πρώτος ρόλος που την είχατε δει να παίζει;

ΜΗΤΕΡΑ: «Ηταν με την Κατερίνα στη "Θεατρίνα"».
ΑΛΙΚΗ: «Γιατί... δεν με θυμάσαι Ιουλιέτα;».
ΜΗΤΕΡΑ: «Α, ναι... εγώ λέω για όταν τελείωσες».
ΑΛΙΚΗ: «Α, ναι... ως μαθήτρια τα 'κανα αυτά, έχεις δίκιο».

Πού σας άρεσε περισσότερο, στο θέατρο ή στον κινηματογράφο;

ΜΗΤΕΡΑ: «Να σας πω, εκείνα τα έργα που έπαιζε τότε στον κινηματογράφο ήταν έργα που βλέπονται και τώρα ακόμη. Αλλά και στο θέατρο έπαιξε αξιόλογα έργα που μ' άρεσαν πάρα πολύ. Ιδίως στο "Μουσούρη"... και με την Κατερίνα... έπαιξε πολύ ωραία έργα».
ΑΛΙΚΗ «Σ' αρέσει, μαμά, να με βλέπεις στο θέατρο;».
ΜΗΤΕΡΑ: «Μ' αρέσει, παιδάκι μου, αλλά δεν έχω πόδια για να 'ρχομαι» (γέλια).
ΑΛΙΚΗ: «Γιατί; Μια χαρά είσαι... Και πριν που είχες μήπως ερχόσουν; (γέλια) Πάντως, να σου πω, δεν είσαι "θεατρομαμά"... να 'ρχεσαι στα καμαρίνια και στις πρόβες».
ΜΗΤΕΡΑ: «Ε... είχα κι άλλες ασχολίες, είχα κι άλλα παιδιά... υπήρχαν αντιξοότητες και το ξέρεις. Οχι ότι δεν μ' άρεσε μ' άρεσε πολύ να 'ρχομαι αλλά δεν με άφηναν τα προβλήματα».
ΑΛΙΚΗ: «Οταν σε ρώτησα μια φορά: "Μαμά, πώς σου φάνηκε που η κόρη σου έγινε διάσημη" θυμάσαι τι μου είπες;».
ΜΗΤΕΡΑ: «Ναι... Ανέβηκες τόσο γρήγορα κόρη μου που σάστισα... Ούτε που το κατάλαβα».
ΑΛΙΚΗ: «"Δεν το κατάλαβα", μου 'πες και μου έκανε πολλή εντύπωση αυτή σου η απάντηση».
ΜΗΤΕΡΑ: «Αυτή ήταν όμως η αλήθεια. Δεν το κατάλαβα... Ηρθαν το ένα κατόπιν του άλλου. Τόσο ξαφνικά».
ΑΛΙΚΗ: «Σου 'λειψα όλα αυτά τα χρόνια, μανούλα;».
ΜΗΤΕΡΑ: «Πολύ».
ΑΛΙΚΗ: «Το ίδιο μου λέει κι ο Γιάννης... Τελικά σε ποιον περίσσεψα... ποιος με χόρτασε;».
ΜΗΤΕΡΑ: «Ξέρω 'γω κόρη μου... Ισως οι ξένοι...».
Οταν ακούτε ανθρώπους να τσακώνονται για το πόσων χρόνων είναι η Βουγιουκλάκη, εσείς πώς νιώθετε που ξέρετε;
ΜΗΤΕΡΑ: «Κοιτάξτε, εγώ ξέρω πόσων χρόνων είναι η κόρη μου. Δείχνει τα μισά της χρόνια... γιατί λοιπόν να πω πόσο είναι; Ο άνθρωπος είναι τόσων χρόνων όσο φαίνεται. Εγώ, που είμαι μεγάλη γυναίκα, μπορώ να κάνω παρέα με κυρίες της ηλικίας της κόρης μου... δεν μπορώ να κάνω με μεγάλες, γιατί τις θεωρώ γριές. Τις γυναίκες της ηλικίας μου δεν μπορώ να τις κάνω παρέαΩ θέλω να 'χουν τα μισά μου χρόνια».
ΑΛΙΚΗ: «Κι εγώ που θέλω να κάνω παρέα με κυρίους που έχουν τα μισά μου χρόνια... γιατί θυμώνεις;» (γέλια)

Σας στενοχωρεί που η Αλίκη είναι τώρα με τον Κώστα;

ΜΗΤΕΡΑ: «Οχι, αφού της αρέσει της ίδιας...».
Κατά βάθος όμως σας στενοχωρεί λίγο... Να είστε ειλικρινής.
ΜΗΤΕΡΑ: «Οχι, απλώς είναι κάτι που δεν μου φαίνεται σωστό. Για ένα φλερτ, για ένα δεσμό το καταλαβαίνω... Αλλά για να κάνει ένα γάμο θα ήθελα έναν άνθρωπο που να της ταιριάζει. Δεν σου λέω να είναι μεγάλος ­ όχι. Ισως θα 'πρεπε να είναι και πιο μικρός απ' αυτήν, γιατί η Αλίκη μικροφέρνει. Αλλά να είναι ένας άνθρωπος που να στηριχτεί στις πλάτες του, να ξεκουραστεί λίγο όπως σας είπα... Ειδικά τώρα...
Γιατί έχει κουραστεί, έχει φορτωθεί πολλά, πάρα πολλά στους ώμους της...».
ΑΛΙΚΗ: «Μαμά, άμα ξεκουραστώ εγώ, τα 'φτυσα... Η ξεκούραση θα είναι ο θάνατός μου».
ΜΗΤΕΡΑ: «Ε... Μην το λες, πουλάκι μου... Ο άνθρωπος έχει ανάγκη και από ξεκούραση κάποτε. Η Αλίκη έχει κουραστεί πνευματικά, σωματικά, ψυχικά... Εχει κουραστεί πάρα πολύ και πρέπει κάποτε να ξεκουραστεί. Αυτό το φωνάζω και της το λέω κάθε μέρα».

Θυμάστε μια εμμονή που είχε ως παιδί;

ΜΗΤΕΡΑ: «Δεν είχε ιδιαίτερες απαιτήσεις, όχι».
Μπορείτε να μου πείτε τι ήταν αυτό που έκανε την Αλίκη να γίνει τόσο μεγάλη;
ΜΗΤΕΡΑ: «Είχε προσόντα. Ηταν έμφυτο... Είχε κάτι άλλο... Δεν ξερω... Και μια άλλη ταλαντούχα μπορεί να καλλιεργήσει το ταλέντο που διαθέτει και να μείνει εκεί που άρχισε. Η Αλίκη καλλιέργησε το ταλέντο της... Το ταλέντο της ήταν η ψυχή της».

Είναι αναγνωρίσιμο ­ σε ένα παιδί, για παράδειγμα ­ το αν θα γίνει κάτι μεγάλο;

ΜΗΤΕΡΑ: «Η μάνα το βλέπειΩ για τα ξένα παιδιά δεν ξέρω. Αλλά εγώ για την κόρη μου το 'βλεπα ότι έχει κάτι άλλο. Είχε φλόγα μεγάλη μέσα της».
Η φλόγα λέτε είναι το παν;
ΜΗΤΕΡΑ: «Ναι, ναι... Οχι μόνο. Είχε και άλλα προσόντα. Την Αλίκη στο σχολείο τη βάζανε κάθε χρόνο την 25η Μαρτίου στο Ηρώο και εκφωνούσε τον  λόγο της ημέρας, και μάλιστα όχι από χειρογράφου... έτσι, απ' έξω. Η Αλίκη έχει το προσόν ν' αποστηθίζει και να τα θυμάται, έχει τη φωτογένεια που είναι το βασικότερο απ' όλα. Εχει πολλά ταλέντα η Αλίκη».

Ποια από όλες τις ταινίες της είναι η αγαπημένη σας;

ΜΗΤΕΡΑ: «Να σας πω, όλες οι ταινίες μ' αρέσανε, αλλά οι αγαπημένες μου είναι η "Αστέρω" και... αυτή που γυρίσαμε στην Αντίπαρο... η "Μανταλένα". Μετά βέβαια είναι το "Ξύλο βγήκε απ' τον Παράδεισο", που είχε γέλιο πολύ, και πολλές άλλες... Ολες της οι ταινίες ήταν η μία καλύτερη απ' την άλλη».

Τι θα θέλατε: η κόρη σας να είναι η Μελίνα Μερκούρη ή η Αλίκη Βουγιουκλάκη;

ΜΗΤΕΡΑ: «Οχι... η Αλίκη Βουγιουκλάκη... Οχι επειδή είναι κόρη μου, αντικειμενικά...».

Τι είναι αυτό που σας κάνει να λέτε «Αλίκη Βουγιουκλάκη»;

ΜΗΤΕΡΑ: «Να σας πω, γιατί η Αλίκη είναι αυθόρμητη, είναι σωστή... είναι πολύ καλός άνθρωπος. Τη Μερκούρη την παραδέχομαι, είναι πάρα πολύ σπουδαία, αλλά είναι τελείως άλλο πράγμα».
ΑΛΙΚΗ: «Τι είχε η Μελίνα που δεν είχε η κόρη σου, μαμά;».
ΜΗΤΕΡΑ: «Η Αλίκη δεν είχε κανέναν... Κανέναν! Ο,τι έκανε το έκανε μόνη της, ενώ η Μελίνα από ένα σημείο και ύστερα είχε τον Ντασσέν που της άλλαξε την πορεία, τη ζωή και την καριέρα. Είχε αυτό που είναι και το παράπονο το δικό μου. Εναν δικό της άνθρωπο».
Είχε η κόρη σας λάμψη όμως.
ΜΗΤΕΡΑ: «Ηταν και σπουδαία θεατρίνα».
ΑΛΙΚΗ: «Αφησα όμως κάποια στιγμή τη θεατρίνα για να γίνω λαμπερό αστέρι».
Δεν θα μπορούσες να είσαι και τα δύο;
ΑΛΙΚΗ: «Από ένα σημείο και μετά η λάμψη του αστεριού είναι τέτοια που δεν μπορείς να δεις τίποτε άλλο».

Εσείς τι προτιμάτε από την κόρη σας; Τη θεατρίνα ή τη λάμψη της;

ΜΗΤΕΡΑ: «Την κόρη μου... Το θέμα για μένα είναι τι κάνει την κόρη μου ευτυχισμένη».
Τι κάνει την κόρη σας ευτυχισμένη;
ΑΛΙΚΗ: «Τι, μαμά, με κάνει ευτυχισμένη; Αλήθεια, μαμά, τι με κάνει περισσότερο ευτυχισμένη; Να είμαι φωτεινό αστέρι ή καλή θεατρίνα;».
ΜΗΤΕΡΑ: «Πού να ξέρω εγώ, κόρη μου;».
Αλίκη, τι θα ήθελες τώρα αν επρόκειτο να διαλέξεις από τα δύο;
ΑΛΙΚΗ: «Τη θεατρίνα. Θα είχα κερδίσει περισσότερο σαν άνθρωπος. Σαν αστέρι στερήθηκα πολλά...».
ΜΗΤΕΡΑ: «Τι στερείται ένα αστέρι, κόρη μου;».
ΑΛΙΚΗ: «Ενα αστέρι μπορεί να καεί από την ίδια του τη λάμψη. Μπορεί να στερηθεί το να βλέπει το ίδιο όλα αυτά που βλέπουν οι άλλοι σ' αυτό. Ε, και ύστερα είναι και τόσα πολλά που στερείται, πολλά μικρά αλλά τόσο σημαντικά και ουσιαστικά».

Εσύ, δηλαδή, αισθάνεσαι ότι σαν λαμπρό αστέρι υπάρχουν πράγματα που δεν τα είδες;

ΑΛΙΚΗ: «Ολα τα είδα... Το ζήτημα είναι ότι δεν τα έζησα... Δεν τα γεύτηκα... Δεν τα αξιώθηκα».
Ζώντας κάτι τι κερδίζουμε σε σχέση με το να το έχουμε δει απλώς;
ΑΛΙΚΗ: «Καιγόμαστε μαζί μ' αυτό. Οταν το ζούμε άλλες έννοιες περνάνε μέσα μας... Εγώ τώρα μπορώ να σου μιλάω και το μυαλό μου φεύγει».

Πού πάει;
ΑΛΙΚΗ: «Ταξιδεύω... Δεν είμαι ποτέ εδώ, μανούλα. Αλήθεια σου λέω. Ενώ εξωτερικά είμαι πάντα συγκροτημένη, μέσα μου είμαι πάντα φευγάτη. Πάντα  έτσι ήμουνα. Φεύγω... Μπορεί να πάω... ξέρω 'γω... ένα ταξίδι από τις πόλεις που πέρασα μέχρι τώρα. Μπορεί να με τραβήξει μια ανάμνηση, μπορεί μια έννοια, κάτι τέλος πάντων που να θέλω».
ΜΗΤΕΡΑ: «Εχω το πιο υπέροχο παιδί».
ΑΛΙΚΗ: «Σ' ευχαριστώ, μανούλα».
  ΘανάσηςΛάλας,''Το Βήμα''











Όπως έλεγε και η ίδια: ''Υγεία, χαρά και να ζούμε την κάθε στιγμή γιατί μπορεί να κρύβει μια τόση δα στιγμή ευτυχίας και δεν πρέπει να τις χάσουμε''.
  










1 σχόλιο:

  1. Το ωραιότερο αφιέρωμα που έγινε ποτέ στην Αλίκη από το ίντερνετ!Μπράβο

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Facebook Twitter YouTube